Τα τελευταία χρόνια, παρά την οικονομική κρίση που βιώνει η Ελλάδα, συνεχώς δημιουργούνται νέα σωματεία και ομοσπονδίες εφέδρων των Ενόπλων Δυνάμεων από άτομα που έχουν την θέληση να ξοδέψουν χρόνο και χρήμα για να συνεισφέρουν στην άμυνα της πατρίδας
μας, σύμφωνα με την συνταγματική υποχρέωσή τους. Κι ενώ θα περίμενε κανείς οι προσπάθειες αυτές να αγκαλιαστούν από τους αρμοδίους του ΥΠΕΘΑ, διάχυτη είναι η πικρία στους κόλπους των εθελοντών εφέδρων για την αντιμετώπισή τους, που ξεκινά από την αδιαφορία και φτάνει μέχρι την απαξίωσή τους.
Σε ένα κράτος που οι δαπάνες του προϋπολογισμού για την εθνική άμυνα, η στρατιωτική θητεία και ο στρατεύσιμος πληθυσμός μειώνονται διαρκώς, ενώ αντίθετα οι ασύμμετρες απειλές αυξάνονται, θα έπρεπε να υπάρχει μέριμνα ώστε να αξιοποιηθεί το έμψυχο δυναμικό των εθελοντών εφέδρων και να ενταχθεί στον αμυντικό σχεδιασμό της χώρας, όπως έχει ενταχθεί στον σχεδιασμό πολιτικής προστασίας μέσω της εγγραφής των εφεδρικών σωματείων στο μητρώο εθελοντικών οργανώσεων της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας. Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι να αναδείξει κάποιες από τις αδυναμίες του συστήματος διαχείρισης της εφεδρείας με σκοπό την αφύπνιση των αρμοδίων, χωρίς να υπεισέρχεται σε κρίσιμες λεπτομέρειες που για ευνόητους λόγους δεν είναι ανακοινώσιμες στον τύπο.
Το το είναι εφεδρεία προκύπτει από το άρθρο 4 παρ. 1 του ΣΚ 20-1 «Γενικός Κανονισμός Υπηρεσίας στον Στρατό», σύμφωνα με το οποίο, ο Ελληνικός Στρατός αποτελείται από τον Ενεργό Στρατό, την Εθνοφυλακή και την Εφεδρεία. Επομένως η Εφεδρεία είναι ένα από τα τρία κομμάτια του Ελληνικού Στρατού και ομίως ισχύει και για τους λοιπούς κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων. Αυτή αποτελείται τόσο από τους μόνιμους στρατιωτικούς που έχουν αποστρατευτεί και όταν επιστρατεύονται αποκαλούνται «μόνιμοι εξ εφεδρείας» όσο και από τους κληρωτούς που απολύθηκαν από τις τάξεις των Ενόπλων Δυνάμεων έχοντας εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις και όταν επιστρατεύονται αποκαλούνται «έφεδροι εξ εφεδρείας». Αμφότεροι εγγράφονται στην Εφεδρεία μέχρι τη συμπλήρωση συγκεκριμένου ορίου ηλικίας, ανάλογα με το βαθμό που φέρουν.
Το μεγαλύτερο μέρος της εφεδρείας αποτελείται από τους κληρωτούς που εκπλήρωσαν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις. Αυτοί διακρίνονται σε έφεδρους αξιωματικούς και οπλίτες. Οι έφεδροι αξιωματικοί απολύονται ως Έφεδροι Ανθυπολοχαγοί και μπορούν να προαχθούν μέχρι τον βαθμό του Έφεδρου Ταγματάρχη. Οι έφεδροι οπλίτες έχουν το βαθμό του Στρατιώτη, εκτός αν είχαν υπηρετήσει ως υπαξιωματικοί, οπότε φέρουν βαθμό Έφεδρου Δεκανέα ή Λοχία. Αξίζει να σημειωθεί ότι εδώ και λίγα χρόνια οι έφεδροι οπλίτες που επιλέγονται ως υπαξιωματικοί λαμβάνουν το βαθμό του Έφεδρου Δεκανέα κι όχι του Έφεδρου Λοχία, ώστε να μην προκύπτουν προβλήματα ιεραρχίας μεταξύ αυτών και των επαγγελματιών οπλιτών (ΕΠ.ΟΠ.), απόφαση που έχει δυσαρεστήσει τους έφεδρους.
Το ΥΠΕΘΑ μεριμνά για την παρακολούθηση της Εφεδρείας μέσω της ΔΕΠΑΘΑ αλλά και άλλων υπηρεσιών και γραφείων (π.χ. η Διεύθυνση Επιστρατεύσεως του ΓΕΣ, τα Γραφεία Υπηρεσίας Εφέδρων). Αφήνοντας κατά μέρος τον τρόπο οργάνωσης της επιστράτευσης και εκπαίδευσης των εφέδρων, που είναι διαβαθμισμένες πληροφορίες, θα αναλύσουμε τον τρόπο με τον οποίο το ΥΠΕΘΑ επιβλέπει και ελέγχει τη λειτουργία των σωματείων εφέδρων. Όπως προαναφέρθηκε στο ΥΠΕΘΑ λειτουργεί η ΔΕΠΑΘΑ που είναι αρμόδια για την εποπτεία – μεταξύ άλλων – των εφεδρικών οργανώσεων, που λειτουργούν είτε με τη μορφή ν.π.δ.δ. είτε με τη μορφή ν.π.ι.δ. (σωματεία του Αστικού Κώδικα). Η ΔΕΠΑΘΑ ασκεί την εποπτεία μέσω των Γραφείων Υπηρεσίας Εφέδρων κάθε νομού (ΓΥΕΝ), τα οποία επανδρώνονται από τον Διευθυντή ΓΥΕΝ και τον Βοηθό Διευθυντή (ΓΥΕΝ), που είναι Έφεδροι Αξιωματικοί.
Το κράτος φρόντισε με νόμο να δημιουργήσει Συνδέσμους Εφέδρων Αξιωματικών και Ανθυμασπιστών (ΣΕΑΝ) σε κάθε νομό και την Ανώτατη Πανελλήνια Ομοσπονδία Εφέδρων Αξιωματικών (ΑΠΟΕΑ) ως δευτεροβάθμιο όργανό τους, στα οποία έδωσε τη μορφή ν.π.δ.δ. Η ΑΠΟΕΑ και οι ΣΕΑΝ, με άλλα λόγια, ασκούν δημόσια εξουσία και για τον λόγο αυτό έχουν σφραγίδα με την ένδειξη «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ». Το γεγονό αυτό και μόνο τους δίνει τυπικά πολύ περισσότερες αρμοδιότητες από οποιοδήποτε άλλο εφεδρικό σωματείο, που λειτουργεί υπό τη μορφή νπιδδ. Επίσης τους παραχώρησε προνόμια, όπως η κρατική χρηματοδότηση, μέσω παρακράτησης στο μισθό κάθε υπηρετούντος Έφεδρου Αξιωματικού υπέρ της ΑΠΟΕΑ, και η εκπροσώπηση της Ελλάδας στη Διασυμμαχική Συνομοσπινδία Εφέδρων Αξιωματικών του ΝΑΤΟ. Μεγάλη παράλειψη του κράτους είναι η αντίστοιχη οργάνωση των εφέδρων οπλιτών σε ν.π.δ.δ. ή η συμπερίληψή τους στους ΣΕΑΝ και την ΑΠΟΕΑ.
Η ιδιωτική πρωτοβουλία ήλθε στο σημείο αυτό να καλύψει την παράλειψη του κράτους. Εθελοντές έφεδροι εδώ και δεκαετίες δημιούργησαν δικά τους σωματεία εφέδρων, στα οποία συμμετέχουν έφεδροι ανεξαρτήτως βαθμού και όπλου ή σώματος στο οποίο υπηρέτησαν, με βασικό σκοπό την διατήρηση της επαφής τους με τις Ένοπλες Δυνάμεις και την συμβολή στην εθνική άμυνα. Και αυτά τα σωματεία επιβλέπονται από την ΔΕΠΑΘΑ, εφόσον η ίδρυσή και λειτουργία τους τηρεί τις προβλέψεις της νομοθεσίας περί εφεδροπολεμικών σωματείων. Σε όλες τις ανωτέρω εφεδρικές οργανώσεις, ν.π.δ.δ. και ν.π.ι.δ., τα μέλη εγγράφονται και δραστηριποιούνται εθελοντικά γι’ αυτό συνήθως αποκαλούνται άτυπα ενεργή εφεδρεία, ώστε να αντιπαραβάλλονται με όλους όσους ανήκουν εκ του νόμου στην εφεδρεία αλλά παραμένουν ανενεργοί, πλην της περίπτωσης ανάκλησης στην ενέργεια για συμμετοχή σε μετεκπαίδευση εφεδρείας.
Πάγιο αίτημα όλων των σωματείων εφέδρων αποτελεί η «αποδοχή» τους από τις Ένοπλες Δυνάμεις και η παραχώρηση σ’ αυτά της χρήσης εγκαταστάσεων, μέσων και υλικών προκειμένου να πραγματοποιούν αγώνες και εκπαιδεύσεις, ώστε να διατηρείται το αξιόμαχό τους. Το ισχύον νομικό πλαίσιο δεν περιέχει οποιαδήποτε ρητή απαγόρευση χρήσης εγκαταστάσεων, μέσων και υλικών των Ενόπλων Δυνάμεων από πολίτες ή ενώσεις πολιτών, επομένως και από εφεδρικά σωματεία, άρα δεν υπάρχει καμία δικαιολογία άρνησης της παροχής άδειας χρήσης τους από την ιεραρχία, εφόσον βεβαίως τηρούνται οι κανόνες ασφαλείας και αυτά χρησιμοποιούνται για νόμιμο σκοπό. Άλλωστε αποτελεί γενική αρχή του δικαίου πως «ό,τι δεν απαγορεύεται επιτρέπεται». Δυστυχώς η ευθυνοφοβία της εκάστοτε πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας του ΥΠΕΘΑ τηρεί τον άγραφο κανόνα «ό,τι δεν προβλέπεται απαγορεύεται» και στερεί εαυτήν από μία αξιόμαχη Εφεδρεία. Όταν οι επιτελείς προσπαθούν να βρουν λύση για τη συχνότερη εκπαίδευση της εφεδρείας σκοντάφτουν στο ισχύον νομοθετικό πλαίσιο που τους απαγορεύει να ανακαλούν στην ενέργεια τους ίδιους έφεδρους συχνά.
Βλέπουν όμως το δέντρο και χάνουν το δάσος, διότι αν προωθούσαν τον εθελοντισμό των εφέδρων σίγουρα θα είχαν διαθέσιμο ένα μεγάλο κομμάτι της εφεδρείας απόλυτα εθελοντικά, το οποίο θα ανταποκρινόταν σε οποιαδήποτε πρόσκληση συμμετοχής σε εκπαίδευση, χωρίς να χρειάζεται η γραφειοκρατία της ανάκλησής τους στην ενέργεια. Και για να γίνω πιο σαφής, δεν θα υπήρχε κανένα νομικό κώλυμα αν οποιαδήποτε μονάδα προσκαλούσε τα μέλη των τοπικών ΣΕΑΝ ή των λεσχών εφέδρων να συμμετέχουν – εθελοντικά και με ευθύνη των ιδίων – στις βολές ή στις πορείες που διενεργεί, σύμφωνα με το ετήσιο πρόγραμμα εκπαίδευσής της, και σίγουρα θα έβρισκε θετική ανταπόκριση.
Και στην περίπτωση αυτή η ιδιωτική πρωτοβουλία των εθελοντών εφέδρων κάνει το θαύμα της. Όταν το ΥΠΕΘΑ τους κρατά σε απόσταση παραχωρώντας με φειδώ οποιαδήποτε άδεια χρήσης στρατιωτικών εγκαταστάσεων, οι Έλληνες έφεδροι με δικά τους έξοδα συμμετέχουν σε εκπαιδεύσεις και ασκήσεις στο εξωτερικό, αποκομίζοντας διεθνείς διακρίσεις και χρήσιμες εμπειρίες. Ομοίως. κάποια εφεδρικά σωματεία είναι εγγεγραμμένα στην ΣΚΟΕ και ασχολούνται με την σκοποβολή, εκπαιδεύοντας τα μέλη τους σε αντικείμενα που κανονικά θα έπρεπε να έχουν διδαχθεί κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής τους θητείας. Αποτελεί όνειδος για το ΥΠΕΘΑ ότι έφεδροι αλεξιπτωτιστές δεν καλούνται να κάνουν άλματα με αλεξίπτωτο και αναγκάζονται να μεταβούν στο εξωτερικό, όπου τα ξένα κράτη όχι μόνο τους επιτρέπουν να κάνουν άλματα, χρησιμοποιώντας αεροσκάφη, αλεξίπτωτα και εκπαιδευτές τους, αλλά τους απονέμουν και τις πτέρυγες αλεξιπτωτιστή των Ενόπλων Δυνάμεών τους. Εκτός αυτού, πληθώρα εφεδρικών σωματείων έχει δημιουργήσει ομάδες διάσωσης, που έχουν ενταχθεί στο σύστημα της Πολιτικής Προστασίας και μέσω αυτής της κρατικής δομής προσφέρουν έργο στο κοινωνικό σύνολο (κατάσβεση πυρκαγιών, έρευνα-διάσωση κ.α.). Με αυτόν τον τρόπο οι έφεδροι επιτυγχάνουν εμμέσως να εκπαιδεύονται διά βίου σε αντικείμενα που πέραν της πολιτικής προστασίας είναι πολύτιμα και για την εθνική άμυνα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, τι μέλλον προδιαγράφεται για την εφεδρεία; Ξεκινώντας από τους ΣΕΑΝ και την ΑΠΟΕΑ, που χρηματοδοτούνται μέσω παρακράτησης στο μισθό των υπηρετούντων Εφέδρων Αξιωματικών, η μείωση της διάρκειας της στρατιωτικής θητείας και η μείωση του αριθμού των υπηρετούντων Εφέδρων Αξιωματικών μαθηματικά οδηγεί σε μείωση των πόρων τους, με δυσμενή αποτελέσματα στη λειτουργία τους, αν δεν υπάρξει χρηματοδότηση από αλλού. Ένα άλλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν τα ανωτέρω ν.π.δ.δ. είναι η αύξηση του μέσου όρου ηλικίας των μελώς τους., κυρίως όσων ασκούν διοίκηση. Είναι χαρακτηριστικό ότι η πλειοψηφία του Κεντρικού Διοικητικού Συμβουλίου της ΑΠΟΕΑ έχει διαγραφεί εδώ και χρόνια από την Εφεδρεία λόγω υμπλήρωσης του ορίου ηλικίας και απλά διατηρεί τον τίτλο του εφέδρου Αξιωματικού λόγω νομοθετικής πρόβλεψης περί τούτου.
Το εύλογο ερώτημα που δημιουργείται είναι: πως μπορεί η ηγεσία των Εφέδρων Αξιωματικών, που πλέον δεν πρόκειται να επιστρατευτεί, να ενδιαφερθεί για την εκπαίδευση και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο νέος Έφεδρος Αξιωματικός, που ανά πάσα στιγμή θα κληθεί να πολεμήσει, όταν υπάρχει μεταξύ τους ένα χάσμα δεκαετιών; Τι αντίληψη μπορεί να έχει ο Έφεδρος Αξιωματικός των 70 ετών για τον σύγχρονο πόλεμο, όταν αποφοίτησε από τη ΣΕΑΠ πριν δεκαετίες; Το ηλικιακό χάσμα που υπάρχει μεταξύ της ηγεσίας των περισσοτέρων ΣΕΑΝ και των Εφέδρων αξιωματικών που τώρα απολύονται από τις τάξεις των Ενόπλων Δυνάμεων αποτελεί τροχοπέδη στην εγγραφή τους στους ΣΕΑΝ. Τα ανωτέρω ισχύουν και για τη στελέχωση των ΓΥΕΝ, όπου συνήθως διορίζονται Έφεδροι Αξιωματικοί μεγάλης ηλικίας, που μάλιστα λαμβάνουν και χρηματική αποζημίωση. Μεγαλύτερο όμως πρόβλημα αποτελεί η κατακόρυψη μείωση των αριθμών των στρατευσίμων που επιλέγονται ως Έφεδροι Αξιωματικοί, γεγονός που συντελεί στη μείωση του προσωπικού από το οποίο αποκλειστικά αντλούν μέλη οι ΣΕΑΝ.
Παρόμοιο πρόβλημα αντιμετωπίζουν και τα λοιπά εφεδρικά σωματεία, που λειτουγούν ως ν.π.ι.δ.. Η μείωση της θητείας στους εννέα μήνες οδηγεί στην εγγραφή στην Εφεδρεία προσωπικού που έχει ελλιπή εκπαίδευση, καθόσον δεν έχει προλάβει καν να παρακολουθήσει έναν πλήρη ετήσιο κύκλο εκπαίδευσης μονάδας. Αποτέλεσμα είναι οι απολυόμενοι και εγγραφόμενοι στη Εφεδρεία να μην έχουν καταλάβει τι σκοπό είχε η εκπλήρωση των στρατιωτικών τους υποχρεώσεων, θεωρώντας τον χρόνο που πέρασε χαμένο, με αποτέλεσμα να μην έχουν κανένα ενδιαφέρον διατήρηση των περιορισμέων γνώσεων που απέκτησαν, μέσω της εθελοντικής συμμετοχής τους στις δραστηριότητες εφεδρικών σωματείων. Εξαίρεση αποτελεί ένα μικρό τμήμα απολυομένων, οι οποίοι συνειδητοποιούν ότι έχουν ελλιπή εκπαίδευση και θέλοντας να αυξήσουν τις γνώσεις και δεξιότητές τους συμμετέχουν σε διάφορες εκπαιδεύσεις εφεδρικών αλλά και άλλων σωματείων.
Υπό αυτό το πρίσμα, το μέλλον της Εφεδρείας διαγράφεται ζοφερό, εκτός αν θεωρούμε ότι η ύπαρξη Εφεδρείας στα χαρτιά και μόνο αποτελεί εγγύηση για την εθνική άμυνα ακι αποτρεπτικό παράγοντα μίας εξωτερικής επίθεσης. Για να αλλάξει η κατάσταση υπάρχουν προτάσεις, που αφορούν τόσο την εκπαίδευση των στρατευσίμων όσο και την υποστήριξη των εφεδρικών σωματείων από το κράτος.
Ως προς την εκπαίδευση των στρατευσίμων, θεωρώ ότι αυτή θα είναι δυνατό να καταστεί πλήρης μόνο μέσω της αύξησης της θητείας, κι αυτό γιατί ένας στρατιώτης θα πρέπει να μάθει να πολεμά υπό όλες τις καιρικές συνθήκες. Για παράδειγμα, ακόμα κι αν κάποιος πραγματοποιήσει άριστη εκπαίδευση στις βολές το καλοκαίρι, αυτό δεν αποτελεί εγγύηση ότι θα μπορεί να εκτελεί το ίδιο καλές βολές υπό συνθήκες ψύχους. Εναλλακτικά, αν το κράτος δεν επθυμεί την αύξηση της θητείας, λόγω των οικονομικών συνεπειών μίας τέτοιας απόφασης, τότε θα πρέπει να αποφασιστεί η τροποποίηση της νομοθεσίας ώστε οι έφεδροι θητείας εννέα μηνών να καλούνται ανά τακτά χρονικά διαστήματα για μετεκπαίδευση εφεδρείας, στο πρότυπο ξένων κρατών (βλ. Ελβετία). Επειδή, όμως, το πιθανότερο είναι ότι και αυτή η πρόταση θα συναντήσει αντιδράσεις, κυρίως για οικονομικούς λόγους, τότε δεν μένει άλλη λύση από μία πολιτική απόφαση ενίσχυσης των εφεδρικών σωματείων.
Ως ενίσχυση των εφεδρικών σωματείων δεν εννοώ την οικονομική ενίσχυσή τους στην περίοδο κρίσης που διανύουμε. Άλλωστε τα εθελοντικά εφεδρικά σωματεία λειτουργούν εδώ και δεκαετίες χωρίς να επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό και χωρίς να απαιτούν ανταλλάγματα από το κράτος, όπως οι βαθμολογικές προαγωγές. Αυτό που ζητούν είναι να θεσμοθετηθεί η παραχώρηση της χρήσης στρατοπέδων, πεδίων βολών, οχημάτων και όπλων των Ενόπλων Δυνάμεων για την πραγματοποίηση ασκήσεων, εκπαιδεύσεων και αγώνων. Μέχρι σήμερα, η παραχώρηση της χρήσης τους γινόταν έπειτα από απόφαση της ιεραρχίας, ας μου επιτραπεί η έκφραση, «ανάλογα με τα κέφια της». Η συνήθως ευθυνόφοβη ιεραρχία διστάζει να βάλει την υπογραφή της για την παραχώρηση της χρήσης ενός στίβου εμποδίων ή για την πραγματοποίηση μίας βολής από μέλη εφεδρικών σωματείων.
Μία βολή εθελοντών εφέδρων δεν θα κοστίσει τίποτα στο κράτος, εφόσον οι εθελοντές καταβάλουν το αντίτιμο των πυρομαχικών που θα καταναλώσουν. Η χρήση του πεδίου βολής και των ατομικών όπλων δεν κοστίζει στο κράτος ούτε προκαλεί καμία σημαντική φθορά στο υλικό. Αναλογιστείτε, όμως, τι θα συνέβαινε αν το ΥΠΕΘΑ ήθελε να πραγματοποιήσει αντίστοιχη βολή ανακαλώντας επίσημα στρατιώτες από την Εφεδρεία στην ενέργεια, πολλοί εκ των οποίων θα δυσανασχετούσαν για την ανάκλησή τους. Θα έπρεπε να πληρώσει τα ελάχιστα ημερομίσθια των ανακληθέντων από την Εφεδρεία στρατιωτικών, τα πυρομαχικά που θα καταναλώνονταν και φυσικά να τηρήσει μία γραφειοκρατία επίδοσης φύλλων ατομικής πρόσκλησης, που επίσης κοστίζει και απασχολεί αρκετό μόνιμο προσωπικό. Η σύγκριση των δύο διαδικασιών που οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα, δηλαδή την εκπαίδευση ενός αριθμού εφέδρων, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οικονομικότερη και αποδοτικότερη είναι η εκπαίδευση εθελοντών εφέδρων.
Ακόμα πιο ριζοσπαστική πρόταση θα ήταν να χωριστεί η Εφεδρεία σε ενεργή και ανενεργή, δηλαδή στους έφεδρους που θα δηλώσουν ότι επιθυμούν να εκπαιδεύονται εθελοντικά σε σταθερή βάση και σε όσους δηλώσουν ότι δεν επιθυμούν. Βεβαίως σε περίπτωση επιστράτευσης αμφότερες οι κατηγορίες θα έχουν τις ίδιες υποχρεώσεις. Το ΥΠΕΘΑ θα μπορούσε ακόμα να καθιερώσει την πλήρωση ενός μικρού αριθμού θέσεων στα διάφορα σχολεία των Ενόπλων Δυνάμεων από εθελοντές έφεδρους. Μέχρι σήμερα αυτό έχει πραγματοποιηθεί άτυπα στο Πολυεθνικό Κέντρο Εκπαίδευσης Επιχειρήσεων Υποστήριξης Ειρήνης (ΠΚΕΕΥΕ), όπου πολίτες – κυρίως εθελοντές από εφεδρικά σωματεία – παρακολουθούν τα σχολεία που διεξάγονται σ’ αυτό, όχι όμως διότι αυτή είναι πολιτική απόφαση του ΥΠΕΘΑ αλλά διότι το συγκεκριμένο κέντρο εκπαίδευσης λειτουργεί με βάση πρότυπα του ΝΑΤΟ, που επιτρέπουν τη συμμετοχή πολιτών. Αφόσον το πείραμα έχει πετύχει στο ΠΚΕΕΥΕ, δεν βλέπω το λόγο να μην επεκταθεί και σε άλλα σχολεία. Γιατί ένας εθελοντής έφεδρος καταδρομέας να μην μπορεί να παρακολουθήσει το Σχολείο Βασικής Εκπαίδευσης Αλεξιπτωτιστή εθελοντικά και με δικά του έξοδα, ώστε να λάβει και την ειδικότητα του αλεξιπτωτιστή, και αντ΄ αυτού να αναγκάζεται για να γίνει αλεξιπτωτιστής να καταβάλει χρήματα σε ξένους στρατούς; Αυτό δεν θα ενίσχυε την εθνική άμυνα ανέξοδα;
Από τα ανωτέρω προκύπτει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι η ενίσχυση με κάθε τρόπο των σωματείων εθελοντών εφέδρων είναι μονόδρομος για την ενίσχυση της εθνικής άμυνας με ελάχιστο κόστος. Το ότι αυτό δεν έχει γίνει κατανοητό στην πολιτική και στρατιωτική ηγεσία του ΥΠΕΘΑ μέχρι σήμερα, ή τουλάχιστον δεν έχει τύχει εφαρμογής, οφείλεται πιθανόν σε αγκυλώσεις του παρελθόντος και γιατί όχι στην έλλειψη πρωτοβουλίας από τα κλιμάκια που θα έπρεπε να λαμβάουν τέτοιες πρωτοβουλίες. Όσο πιο σύντομα αλλάξει η αντιμετώπιση της ενεργούς εφεδρείας από την ιεραρχία, πιθανόν και μέσω της τροποποίησης ισχυουσών διατάξεων, τόσο πιο σύντομα θα αναβαθμιστεί το επίπεδο της εθνικής άμυνας.
http://defencenews.gr/
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου