Το 404 Γεν. Στρατιωτικό Νοσοκομείο

 

Το 404 Γενικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο και η περιοχή του πάρκου  του Αγ. Αντωνίου φωτογραφημένα από μια ασυνήθιστη οπτική γωνία. Αεροφωτογραφία  από το βιβλίο των Μιχαήλ Αβραμόπουλου και Βασιλείου Βουτσιλά «ΛΑΡΙΣΑ», Αύγουστος 1962Το 404 Γενικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο και η περιοχή του πάρκου του Αγ. Αντωνίου φωτογραφημένα από μια ασυνήθιστη οπτική γωνία. Αεροφωτογραφία από το βιβλίο των Μιχαήλ Αβραμόπουλου και Βασιλείου Βουτσιλά «ΛΑΡΙΣΑ», Αύγουστος 1962

Η σημερινή εικόνα απεικονίζει μια περιοχή της Λάρισας την οποία όλοι μας έχουμε αντικρύσει και τη γνωρίζουμε, όμως η γωνία λήψης από ψηλά, καθιστά δύσκολη με την πρώτη ματιά την αναγνώρισή της. Πρόκειται για το 404 Γενικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο (404 ΓΣΝ) και το πάρκο του Αγ. Αντωνίου το οποίο βρίσκεται στην πίσω πλευρά του. Οι δύο αυτοί χώροι οριοθετούνται από τους δρόμους Τρικάλων, Καραϊσκάκη, Αγνώστου Στρατιώτου και Λαγού.

Η φωτογραφία αυτή έχει δημοσιευθεί στο βιβλίο των Μιχαήλ Αβραμόπουλου και Βασιλείου Βουτσιλά, το οποίο κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 1962. Στις πρώτες 80 σελίδες περιέχει συνοπτικά την ιστορία της Λάρισας και στις υπόλοιπες 80 υπάρχουν άφθονες φωτογραφίες της μεταπολεμικής περιόδου, οι οποίες πρέπει να είναι των συγγραφέων, καθώς είναι πρωτότυπες και οι περισσότερες δημοσιευμένες για πρώτη φορά. Μία απ’ αυτές είναι και η σημερινή, που αποτελεί λεπτομέρεια αεροφωτογραφίας η οποία καταγράφει μέρος της συνοικίας του Αγ. Αθανασίου. Στο κάτω τμήμα της φωτογραφίας απεικονίζεται ένα τεράστιο επίμηκες κτίριο, διαμορφωμένο κατά τμήματα και πτέρυγες, κυμαινόμενου ύψους (συνήθως διώροφο[1] και στο κεντρικό τμήμα του τριώροφο), περιτριγυρισμένο από μεγάλο υπαίθριο χώρο. Η φωτογραφία καθώς είναι τραβηγμένη από ψηλά, απεικονίζει εκτός από το κτίσμα και την ταράτσα του 404 ΓΣΝ της Λάρισας. Μάλιστα έχει χαραχθεί σε δύο σημεία ο χαρακτηριστικός σταυρός, ο οποίος υποδηλώνει από αέρος ότι πρόκειται για νοσηλευτικό ίδρυμα. Μην ξεχνάμε ότι η φωτογραφία χρονικά έχει τραβηχτεί προ του 1962, δηλ. τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια.
Η πόλη μας λόγω της σπουδαίας γεωπολιτικής θέσης την οποία κατέχει, ευρισκόμενη στο κέντρο της ευρύτερης θεσσαλικής περιοχής, υπήρξε ανέκαθεν[2] τόπος συγκέντρωσης μεγάλου αριθμού στρατιωτικών δυνάμεων και έδρα ανώτατων διοικητικών σχηματισμών. Επομένως η ανάγκη όπως υποστηριχθούν υγειονομικά όλες αυτές οι μεγάλες στρατιωτικές μονάδες που είχαν έδρα την πόλη μας, καθιστούσε επιτακτική την παρουσία στην περιοχή μεγάλου στρατιωτικού νοσοκομείου. Στη σύγχρονη ιστορία της μετά την απελευθέρωση του 1881, η πόλη μας φιλοξένησε πολλά στρατεύματα, φίλια και εχθρικά (τα τελευταία στον «ατυχή» πόλεμο του 1897 και την περίοδο της κατοχής), όμως αμιγή στρατιωτικά νοσηλευτήρια δεν υπάρχει καμιά μαρτυρία ότι υπήρξαν μέχρι το 1936. Σε πολεμικές περιόδους αναγκάζονταν να χρησιμοποιούν πτέρυγες του Δημοτικού (Κουτλιμπάνειου) Νοσοκομείου και διάφορα δημόσια ή ιδιωτικά κτίρια (αναφέρεται το κτίριο του Διδασκαλείου στην Κεντρική πλατεία, το αρχοντικό Σκαλιώρα, κ.ά.).
Μόνο στις αρχές της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα εντοπίζουμε προσπάθειες για τη δημιουργία ενός μεγάλου και σύγχρονου στρατιωτικού νοσοκομείου στη Λάρισα. Διαβάζουμε στην εφημερίδα «Μικρά» της Λάρισας, της 11ης Φεβρουαρίου του 1910: «Την εβδομάδα ταύτην περατούται η εν τω ενταύθα γραφείω του Μηχανικού Θεσσαλίας, εκπόνησις του σχεδίου του αναγερθησομένου εν τη πόλει μας Στρατιωτικού Νοσοσκομείου. Τούτο θα ανεγερθή εν τω χώρω όπου ήτο μέχρι τούδε η πυριτιδαποθήκη Αρναούτ, θα στοιχίση περί τας 300.000 δραχμών και θα πληροί δεόντως άπαντας τους όρους ενός τελείου νοσοκομείου». Όμως το 1912 οι προετοιμασίες κατασκευής του νοσοκομείου διακόπηκαν για δύο περίπου δεκαετίες λόγω συνεχών πολεμικών γεγονότων. Οι Βαλκανικοί πόλεμοι, ο Πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, η παρουσία των γαλλικών στρατευμάτων της Αντάντ στα γεγονότα του 1917, η εκστρατεία της Μικράς Ασίας και η επακολουθήσασα τραγωδία του 1922, με όλες τις συνέπειές της, υπήρξαν οι κύριες αφορμές της διακοπής της ανέγερσης.
Μετά το 1930 τέθηκε εκ νέου το ζήτημα κατασκευής στρατιωτικού νοσοκομείου στη Λάρισα. Ουσιαστικά ενεργοποιήθηκε το σχέδιο ανέγερσης του μεγάλου στρατιωτικού νοσοκομείου, που είχε διακοπεί πριν είκοσι περίπου χρόνια. Το 1934 ολοκληρώθηκαν οι βασικές εργασίες στο υπό ανέγερση κτίσμα και οι προσωρινές εγκαταστάσεις του στρατιωτικού νοσοκομείου, που βρίσκονταν μέχρι τότε στην περιοχή του σημερινού Α.Τ.Α., μεταφέρθηκαν στο νέο, το οποίο εγκαινιάσθηκε επίσημα το 1936. Ονομάστηκε δε «Β’ Στρατιωτικόν Νοσοκομείον», επειδή λειτουργούσε αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση των υγειονομικών αναγκών του Β’ Σώματος Στρατού, το οποίο είχε τότε έδρα του τη Λάρισα και κάλυπτε στρατιωτικά τη Θεσσαλία, τη Δυτική Μακεδονία και τον νομό Φθιώτιδας. Την περίοδο εκείνη το νοσοκομείο αυτό θεωρείτο το μεγαλύτερο στρατιωτικό νοσοκομείο όχι μόνον του ελληνικού, αλλά και του βαλκανικού χώρου. Στους ευρύχωρους και υψηλούς θαλάμους του αναπτύσσονταν με ευκολία 170 κλίνες.  Από το 1940 και μετά το Στρατιωτικό Νοσοκομείο της Λάρισας ακολουθεί από κοντά τις τύχες της χώρας μας. Ευτυχώς από τον μεγάλο σεισμό του 1941 υπέστη μικρές ζημιές, όμως κατά τις γερμανικές αεροπορικές επιδρομές τον Μάρτιο του 1941 βομβαρδίστηκε, όπως και όλη η πόλη, χωρίς να υποστεί σοβαρές υλικές καταστροφές. Με την είσοδο των γερμανικών στρατευμάτων στη Λάρισα το νοσοκομείο επιτάχθηκε, περιήλθε στα στρατεύματα κατοχής και σε όλη τη διάρκεια της κατοχής λειτούργησε σαν γερμανικό στρατιωτικό νοσοκομείο με ανεπτυγμένα πολλά τμήματα. Το 1945, μετά την αποχώρηση των στρατευμάτων κατοχής, επαναλειτούργησε με την επωνυμία «404 Γενικόν Στρατιωτικόν Νοσοκομείον Λαρίσης», ο δε χώρος στον οποίο περικλείεται το νοσοκομείο ονομάστηκε «Στρατόπεδο Κωνσταντίνου Πετρόπουλου»[3]. Η πενταετία 1945-1950 ήταν η περίοδος με τη μεγαλύτερη κίνηση και πληρότητα λόγω του Εμφυλίου πολέμου. Το 1951 τη διεύθυνση του νοσοκομείου ανέλαβε ο αρχίατρος τότε Δημήτριος Παλιούρας, ο οποίος κατόρθωσε μια άγονη έκταση πίσω από το κτίριο του νοσοκομείου να τη μετατρέψει στο υπέροχο πάρκο του Αγίου Αντωνίου, μέσα στο οποίο έστησε και το μνημείο των πεσόντων Θεσσαλών υγειονομικών. Σε όλη τη μακροχρόνια πορεία του το νοσοκομείο δεν άλλαξε την κτιριακή του μορφή. Όπως φαίνεται και στη φωτογραφία, είναι ένα στερεό κτίριο, με λιτή εξωτερική εμφάνιση, ενώ εσωτερικά διαθέτει ευρείς θαλάμους νοσηλείας, απέραντους διαδρόμους, χειρουργεία, εργαστήρια και φιλοξενούνται διάφορες ιατρικές ειδικότητες. Η παρουσία του στολίζει το δυτικό τμήμα της Λάρισας, ενώ εδώ και μερικά χρόνια το πάρκο του Αγίου Αντωνίου παραχωρήθηκε από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας στον Δήμο Λαρισαίων για δημοτική χρήση.  Στο επάνω μέρος της φωτογραφίας διακρίνεται ο θαυμάσιος χώρος πρασίνου που αναφέραμε, καθώς και ο παλιός ναός του Αγ. Αντωνίου, ο οποίος θεωρείται παρεκκλήσιο του γειτονικού ενοριακού ναού του Αγ. Αθανασίου, από τον οποίο και εξυπηρετείται.

Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com

 

[1]. Ο κάτω όροφος ουσιαστικά αντιπροσωπεύεται από υπερυψωμένο υπόγειο.
[2]. Επί τουρκοκρατίας και κυρίως την περίοδο που ο σουλτάνος είχε μετακομίσει για δύο περίπου χρόνια (1667-1669) στη Λάρισα, οι ξένοι περιηγητές αναφέρουν ότι τα οθωμανικά στρατεύματα τα οποία είχαν στρατοπεδεύσει στην πόλη ανέρχονταν περίπου στους 200.000 άνδρες, αριθμός απίστευτος.
[3]. Βλέπε: Παπαθεοδώρου Νικόλαος, Ο επίατρος Κωνσταντίνος Πετρόπουλος και ο τραγικός θάνατός του. «Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα-Β’», Λάρισα (2018) σελ. 175-178.

Το 404 Γεν. Στρατιωτικό Νοσοκομείο (eleftheria.gr)


Share on Google Plus

About Newsroom

Δημοσιογράφος Αρκαδίας με πολυετή εμπειρία στο χώρο των ΜΜΕ. Είναι Υπεύθυνη Δημοσίων σχέσεων σε γνωστά πρόσωπα και επιχειρήσεις στην Ελλάδα.Έχει κάνει μετεκπαιδευση στο Λονδίνο.Καθηγήτρια Δημοσιογραφίας.Μέλος Κιβωτού Ολιστικής Παιδείας Ενόπλων Δυνάμεων, μέλος Συλλόγου Εφέδρων Πελοποννήσου- Μέλος Δημοσιογραφικών Ενώσεων. Διευθύντρια Δημοσίων σχέσεων UNESCO Πειραιώς και Νήσων και της International Action Art, Παρουσιάστρια τηλεοπτικής εκπομπής ¨Μαζί στην Πρώτη Γραμμή. Μεταπτυχιακό στην Διαδικτυακή Δημοσιογραφία

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση των άρθρων χωρίς την έγκριση της ιδιοκτήτριας .
Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.
Η μη αναφορά στην πηγή διώκεται ποινικά