ΠΟΕΣ: Ανάλυση σχέδιου νόμου που ρυθμίζει το ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς των στρατιωτικών




Με αφορμή το κατατεθέν σχέδιο νόμου που ρυθμίζει το ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς των στρατιωτικών και τροποποιεί τον Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ.169/2007), η Ομοσπονδία μας μετά από μελέτη των επίμαχων διατάξεων, αναλύει και προτείνει τα εξής:

  
 
ΑΝΑΛΥΣΗ
 
Σκοπός του νομοσχεδίου, όπως αναφέρεται στη σχετική αιτιολογική έκθεση, είναι η δημιουργία ενός Ενιαίου Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλειας που θα εξασφαλίζει αξιοπρεπή διαβίωση και θα διακρίνεται από τις αρχές της ισότητας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της αναδιανομής και της αλληλεγγύης των γενεών.
 
Μέσα από το πρίσμα της ανωτέρω διακήρυξης, παραθέτουμε συνοπτικά τις σημαντικότερες μεταβολές και επισημαίνουμε τα σημεία εκείνα που παραβιάζουν γενικά και ειδικά στην περίπτωση των στρατιωτικών, τις αρχές του Νέου Ενιαίου Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλειας. 
 
Οι βασικές μεταβολές που επιφέρει το νέο σχέδιο νόμου, στο ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό καθεστώς των στρατιωτικών είναι οι εξής: 
 
   Δημιουργείται ένας κοινός ασφαλιστικός φορέας για όλους τους λειτουργούς και υπαλλήλους του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, τους στρατιωτικούς, τους αυτοαπασχολούμενους, τους εμπόρους, τους επιχειρηματίες και τους αγρότες. Στην ουσία εντάσσονται όλοι οι ασφαλισμένοι στο ΙΚΑ – ΕΤΑΜ.

 
   Καθιερώνεται κοινός τρόπος υπολογισμού σύνταξης όλων των ασφαλισμένων, ανεξάρτητα από την ημερομηνία θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος.
 
   Προϋποθέσεις θεμελίωσης και όρια ηλικίας καταβολής σύνταξης, δεν επηρεάζονται από τις νέες ρυθμίσεις.
 
   Ως αφετηρία εφαρμογής του νέου συστήματος, καθορίζεται η ημερομηνία έναρξης ισχύος του κατατεθέντος νομοσχεδίου, μετά την ψήφισή του από την ολομέλεια της Βουλής και τη δημοσίευσή του στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 
   Καταργείται η διάκριση παλιού και νέου ασφαλισμένου και εισάγεται η διάκριση παλιού και νέου συνταξιούχου.
 
   Οι συντάξεις όσων υπέβαλλαν ή υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης μέχρι την έναρξη ισχύος του νέου ασφαλιστικού νόμου, κανονίζονται βάσει των διατάξεων που ίσχυαν μέχρι την 31.12.2014.
 
   Οι συντάξεις όσων υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης από την έναρξη ισχύος του νέου νόμου και μετά, ανεξαρτήτως χρόνου θεμελίωσης, κανονίζονται βάσει των νέων διατάξεων.
 
   Όσοι συνταξιοδοτηθούν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νέου νόμου και μέχρι τις 31.12.2018, δικαιούνται να διατηρήσουν ως προσωπική διαφορά, μέρος της  μείωσης που ενδεχομένως προκύψει από τη σύγκριση νέου και παλαιού τρόπου υπολογισμού και εφόσον η μείωση αυτή υπερβαίνει το 20% ως εξής:
 
          Για όσους από αυτούς το ακαθάριστο ποσό της σύνταξης είναι μικρότερο κατά 20% του ποσού που θα ελάμβαναν με βάση τις διατάξεις που ίσχυαν κατά την 31.12.2014, θα διατηρήσουν ως προσωπική διαφορά το 1/2 της διαφοράς που προκύπτει, εφόσον αποστρατευθούν εντός του 2016, το 1/3 της διαφοράς που προκύπτει, εφόσον αποστρατευθούν εντός του 2017 και το 1/4 της διαφοράς που προκύπτει, εφόσον αποστρατευθούν εντός του 2018.
 
   Από 1.1.2018 όλες οι συντάξεις (παλιών και νέων συνταξιούχων) θα καταβάλλονται από τον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ).
 
   Από 1.1.2019 οι κύριες συντάξεις όσων έχουν συνταξιοδοτηθεί πριν από την έναρξη ισχύος του νέου νόμου θα αναπροσαρμοστούν με βάσει τις νέες ρυθμίσεις και τις μεταβατικές διατάξεις. Τυχόν αρνητική διαφορά θα διατηρηθεί ως προσωπική μέχρι τον συμψηφισμό της από μελλοντικές αυξήσεις. Σε περίπτωση που με το νέο υπολογισμό προκύψει σύνταξη μεγαλύτερη της καταβληθείσας, η διαφορά θα αποδοθεί σταδιακά και σε ισόποσες δόσεις, εντός πέντε (5) ετών. (1/5 το 1ο έτος, 2/5 το 2ο έτος, κ.ο.κ.).
 
   Η νέα σύνταξη θα αποτελείται από δύο μέρη. Την Εθνική Σύνταξη που καθορίζεται, από την έναρξη ισχύος του νέου νόμου, στα 384 € και καταβάλλεται ακέραια από το δημόσιο και την Ανταποδοτική Σύνταξη, το ύψος της οποίας συναρτάται από το μέσο όρο των συντάξιμων αποδοχών, σε όλη τη διάρκεια του εργασιακού βίου του ασφαλισμένου (άθροισμα μηνιαίων συντάξιμων αποδοχών διά του αριθμού των μηνών ασφάλισης) και το ποσοστό αναπλήρωσης για κάθε έτος ασφάλισης, που αντιστοιχεί στο συνολικό συντάξιμο χρόνο.
 
   Καθιερώνεται ετήσια αυξητική αναπροσαρμογή των συντάξεων, με βάση συντελεστή που διαμορφώνεται κατά 50% από τη μεταβολή του ΑΕΠ (ανάπτυξη της Εθνικής οικονομίας) και κατά 50% από τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (πληθωρισμό).
 
   Αποσυνδέεται η αναπροσαρμογή των συντάξεων των αποστράτων, από το ύψος των μισθολογικών αποδοχών των εν ενεργεία στρατιωτικών.
 
   Καθιερώνεται ανώτατο όριο ατομικής μηνιαίας σύνταξης στα 2.304,00 € και ανώτατο όριο αθροίσματος κύριων και επικουρικών μηνιαίων συντάξεων στα 3.072,00 €.
 
   Καταργείται η χορήγηση της οικογενειακής παροχής, σε όσους συνταξιοδοτηθούν με βάση τις διατάξεις του νέου νόμου. Θα δικαιούνται μόνο το ενιαίο επίδομα τέκνων του ν.4093/2012 και το ειδικό επίδομα τρίτεκνων και πολύτεκνων του ν.4141/2013 κατά περίπτωση.
 
   Τριπλασιάζεται το κόστος εξαγοράς των πλασματικών χρόνων και των χρόνων που προσμετρούνται στο διπλάσιο ή τριπλάσιο, με βάση τις υφιστάμενες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων.
 
Οι κύριες αστοχίες του κατατεθέντος νέου ασφαλιστικού νομοσχεδίου και οι αρνητικές επιπτώσεις που αυτές επιφέρουν, στο σώμα των Ελλήνων Στρατιωτικών είναι κατ’ άρθρο οι εξής:
 
   Στην Ολομέλεια του Εθνικού Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλειας (ΕΣΥΚΑ) το οποίο αποτελεί συμβουλευτικό όργανο των Υπουργείων Υγείας, Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, για τη χάραξη των εθνικών πολιτικών, στο πλαίσιο του Ενιαίου Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης, συμμετέχουν εκπρόσωποι όλων των εργατοϋπαλληλικών, συνταξιοδοτικών και επιχειρηματικών φορέων (ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, ΣΕΒ - ΣΕΤΕ, ΕΣΕΕ - ΓΣΕΒΕ, ΚΕΔΕ, Δικηγορικοί Σύλλογοι, Τεχνικά Επαγγελματικά και Οικονομικά Επιμελητήρια, φορείς πολιτικών συνταξιούχων) πλην των εν ενεργεία στρατιωτικών. (Άρθρο 3)
 
   Οι διατάξεις της παραγράφου 2β του άρθρου 4 και της παραγράφου 1γ του άρθρου 6, βάσει των οποίων όσοι υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης από την έναρξη ισχύος του νέου νόμου, ανεξαρτήτως χρόνου θεμελίωσης, θα κανονιστούν σύμφωνα με τις νέες ρυθμίσεις, καταργούν τη διάκριση παλαιού και νέου ασφαλισμένου και εισάγουν τη διάκριση του παλαιού και νέου συνταξιούχου. Αυτό σημαίνει ότι όσοι δεν προλάβουν να αποστρατευθούν πριν την έναρξη ισχύος της νέας συνταξιοδοτικής νομοθεσίας θα λάβουν συντάξεις μικρότερες τουλάχιστον κατά 20% από ότι θα ελάμβαναν εάν η σύνταξή τους υπολογίζονταν με τις υφιστάμενες επί του παρόντος συνταξιοδοτικές διατάξεις.
 
     Ασφαλισμένοι με θεμελιωμένα δικαιώματα πέραν ακόμη και της δεκαετίας εγκλωβίζονται και τιμωρούνται, διότι έλαβαν σοβαρά τις διατάξεις τις υφιστάμενης νομοθεσίας που εγγυούνταν με τρόπο απόλυτο, ότι δε θα επηρεαστεί ο τρόπος υπολογισμού της σύνταξης τους, από το χρόνο αποχώρησής τους.
 
     Ο άνευ προηγουμένου αιφνιδιασμός συνιστά πράξη άδικη και άτιμη που συντρίβει την εμπιστοσύνη του πολίτη προς την πολιτεία και προτρέπει σε άτακτη φυγή, όσους θελήσουν να περιορίσουν τις απώλειες, υπαγόμενοι στις μεταβατικές διατάξεις του κατατεθέντος νόμου.
 
   Στην παράγραφο β του άρθρου 8, η οποία καθορίζει κατά τη διαδικασία υπολογισμού του μέσου όρου, των συντάξιμων αποδοχών της ανταποδοτικής σύνταξης, τις συντάξιμες αποδοχές, που λαμβάνονται υπόψη, στην περίπτωση αναγνώρισης πλασματικών χρόνων με εξαγορά, δε διευκρινίζεται ο τρόπος υπολογισμού των χρόνων που προσμετρούνται στο διπλάσιο ή τριπλάσιο, για όσους κατετάγησαν πριν από την 1.10.1990 και οι οποίοι δικαιούνται αναγνώρισης άνευ εξαγοράς, με βάση τις υφιστάμενες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων.
 
   Δε διευκρινίζεται με ποιο τρόπο θα συνυπολογιστούν στην ανταποδοτική σύνταξη, τα 3/35 όσων υπάγονται στις διατάξεις των παραγράφων 3 και 8 του άρθρου 42 του π.δ. 169/2007. (Αφορά την 3ετία Κονδύλη, και τα 3 έτη προς συμπλήρωση 35ετίας όσων αξιωματικών αποστρατεύονται αυτεπάγγελτα).
 
   Καταργείται η χορήγηση της οικογενειακής παροχής για όσους συνταξιοδοτηθούν με βάση τις διατάξεις του νέου νόμου. Θα δικαιούνται μόνο το ενιαίο επίδομα τέκνων του ν.4093/2012 και το ειδικό επίδομα τρίτεκνων και πολύτεκνων του ν.4141/2013 κατά περίπτωση.
 
   Η αποσύνδεση των συντάξεων των αποστράτων από το ύψος των μισθών των εν ενεργεία στρατιωτικών, αποκλείει την πιθανότητα αύξησης των συντάξεων, στην περίπτωση που το δημόσιο αποφασίσει να σεβαστεί πλήρως τις αποφάσεις της ολομέλειας του ΣτΕ, που επιβάλλουν την επαναφορά μισθών και συντάξεων στα επίπεδα της 31.7.2012. Με τον τρόπο αυτό θα περιοριστεί στο 60% το κόστος αποκατάστασης των μισθών των στρατιωτικών. (Άρθρο, παρ. 3β)
 
   Απουσιάζει διάταξη που να διευκρινίζει εάν θα λογίζεται ως πλήρες έτος, διάστημα ίσο τουλάχιστον προς έξι μήνες, που προκύπτει κατά τη συγκεφαλαίωση του συντάξιμου χρόνου.
 
   Ο τριπλασιασμός του κόστους εξαγοράς της μάχιμης πενταετίας για όσους έχουν καταταγεί μετά τις 30.9.1990 και αποστρατεύονται, μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος και της τριετίας της παρ. 4 του άρθρου 22 του ν.3865/2010, για όσους έχουν καταταχθεί μέχρι τις 31/12/1995 και θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης από τη 1/1/2015 και μετά, ουσιαστικά καταργεί το σκοπό του ευεργετήματος, που είναι η αποζημίωση της πραγματικής υπερωριακής εργασίας, σε μονάδες που από τη φύση και την αποστολή τους έχουν μεγάλες απαιτήσεις. Με τις ισχύουσες διατάξεις για τους στρατιωτικούς, η εξαγορά γίνεται με κράτηση 6,67% επί των τελευταίων συντάξιμων αποδοχών. Με το νέο νόμο το 6,67 γίνεται 20. (Άρθρο 15, παρ. 1β)
 
   Η περικοπή κατά 60% των κύριων και επικουρικών συντάξεων όσων αυτό-απασχολούνται ή αναλαμβάνουν εργασία στον ιδιωτικό τομέα και κατά 100% όσων αναλαμβάνουν εργασία στο δημόσιο χωρίς καμία εξαίρεση, θα φέρει σε αδιέξοδο ευάλωτες και ευπαθείς ομάδες. (Άρθρο 20, παρ. 2)
 
   Δε διευκρινίζεται εάν μετά την εφαρμογή των νέων ρυθμίσεων, πάψουν να ισχύουν οι περικοπές των νόμων 4002/2011, 4024/2011, 4051/2011 και 4093/2012.
 
   Τέλος στο άρθρο 21 αναφέρεται ότι από την ημερομηνία υπαγωγής των στρατιωτικών στον ΕΦΚΑ, για θέματα εισφορών, παροχών και οφειλών, εφαρμόζονται αναλογικά οι γενικές ή ειδικές διατάξεις που ισχύουν για το ΙΚΑ - ΕΤΑΜ. Στα πλαίσια της δίκαιης και κοινής αντιμετώπισης όλων των ασφαλισμένων ρωτάμε:
 
ü Τι θα ισχύσει για τα βαρέα και ανθυγιεινά ένσημα στις Ένοπλες Δυνάμεις; Πως θα αντιμετωπιστούν οι στρατιωτικοί που παράλληλα με τα επιτελικά ή διοικητικά τους καθήκοντα συμμετέχουν σε στρατιωτικές ασκήσεις, βολές, αναγνωρίσεις, ένοπλες υπηρεσίες και άλλα καθήκοντα στρατιωτικής φύσεως; Που θα ενταχθεί ο νοσηλευτής και ο τραυματιοφορέας, ο αρματιστής και ο πυροβολητής, ο αποθηκάριος και ο διαχειριστής, ο αρτοποιός και ο χειριστής μηχανημάτων μηχανικού, ο συνοδός σκύλου και ο χειριστής ραντάρ; Ο στρατιωτικός που το πρωί κάνει αποκομιδή σκουπιδιών, το μεσημέρι τον οδηγό επιφυλακής και το βράδυ τον ένοπλο σκοπό σε ποια κατηγορία θα υπαχθεί; Πως θα διαχωριστούν οι ειδικότητες των βαρέων ανθυγιεινών από τις λοιπές όταν στο σύνολο των Ενόπλων Δυνάμεων η πολλαπλή ενασχόληση και η αλληλοεπικάλυψη των καθηκόντων είναι αναγκαίος κανόνας;
 
ü Τι θα ισχύσει με την οργάνωση του χρόνου εργασίας;
 
ü Τι θα ισχύσει με την αποζημίωση των υπερωριών και υπηρεσιών σε καθημερινές και αργίες;
 
ü Πως θα αντιστοιχηθούν το 40ωρο των Δημοσίων Υπαλλήλων και οι 25 εργάσιμες ημέρες το μήνα, ή οι 300 ετησίως των ασφαλισμένων στο ΙΚΑ - ΕΤΑΜ, με τις 60 ώρες εβδομαδιαίας εργασίας των στρατιωτικών ή τις 346 ημέρες ετησίως από τις οποίες οι 47 αργίες;
 
ü Τι θα ισχύσει με τα πλασματικά συντάξιμα έτη, που δικαιούνται λόγω τέκνων, όλοι οι δημόσιοι και ιδιωτικοί υπάλληλοι, πλην των στρατιωτικών και των υπηρετούντων στα Σώματα Ασφαλείας; 
 
ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ – ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ
 
Προς άρση των προαναφερθέντων στρεβλώσεων η Ομοσπονδία μας προτείνει:
 
   Τη συμπλήρωση της Ολομέλειας του Εθνικού Συμβουλίου Κοινωνικής Ασφάλειας (ΕΣΥΚΑ), με έναν εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων  Στρατιωτικών (ΠΟΕΣ), με τον αναπληρωτή του.
 
   Την τροποποίηση της παραγράφου 2 του άρθρου 4 ως εξής:
 
     Η υποπαράγραφος 2β του άρθρου 4 αντικαθίσταται ως εξής:
 
     «β. Οι συντάξεις όσων από τα πρόσωπα της παραγράφου 1α δεν έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα και δικαίωμα άμεσης καταβολής σύνταξης μέχρι τις 31.12.2014 και υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και έως 31.12.2016 κανονίζονται από το Δημόσιο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου.»
 
   Την τροποποίηση της παραγράφου 1 του άρθρου 6 ως εξής:
 
     Η υποπαράγραφος 2γ του άρθρου 6 αντικαθίσταται ως εξής:
 
     «γ. Οι συντάξεις όσων από τα πρόσωπα της παρ. 1 α του άρθρου 4 αποχωρούν από την Υπηρεσία τους, από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος και δεν έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα και δικαίωμα καταβολής σύνταξης μέχρι τις 31.12.2014, εξετάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις αυτού. Όσοι από τα ανωτέρω πρόσωπα έχουν αποχωρήσει ή θα αποχωρήσουν εντός του  έτους  2016,  σε  περίπτωση κατά την οποία το ακαθάριστο ποσό της κανονιζόμενης σύνταξης υπολείπεται κατά ποσοστό άνω του 20%, του ποσού της σύνταξης που θα ελάμβαναν με βάση τις διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου όπως αυτές ίσχυαν κατά την 31.12.2014, το ήμισυ της διαφοράς αυτής καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, με ανάλογη εφαρμογή της παραγράφου 2 του άρθρου 13, ενώ για όσους θα αποχωρήσουν εντός του έτους 2017 ή εντός του έτους 2018, η κατά τα ανωτέρω προσωπική διαφορά, ανέρχεται στο ένα τρίτο (1/3) της διαφοράς και στο ένα τέταρτο (1/4) αυτής, αντίστοιχα.»
 
Οι υποπαράγραφοι 1δ και 1ε αναριθμούνται  σε 1ε και 1στ.
 
Μετά την υποπαράγραφο 1γ προστίθεται νέα υποπαράγραφος 1δ ως εξής:
 
«δ. Οι συντάξεις όσων από τα πρόσωπα της παρ. 1 α του άρθρου 4, αποχωρούν από την Υπηρεσία τους, από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος και  έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα και δικαίωμα καταβολής σύνταξης, μέχρι τις 31.12.2014, υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου όπως αυτές ίσχυαν κατά την 31.12.2014, λαμβανομένων υπόψη και των διατάξεων του άρθρου 13.»
 
   Την τροποποίηση της παραγράφου 2 του άρθρου 8 ως εξής:
 
Η υποπαράγραφος 2β του άρθρου 8 αντικαθίσταται ως εξής:
 
«β. για το χρόνο ασφάλισης που υπολογίζεται στο διπλάσιο ή τριπλάσιο και τον πλασματικό χρόνο που αναγνωρίζονται, κατόπιν καταβολής του προβλεπόμενου ποσού εξαγοράς, ως συντάξιμες αποδοχές ορίζεται το ποσό που θα αποτελούσε τον ασφαλιστέο μηνιαίο μισθό-εισόδημα αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που καταβλήθηκε για την εξαγορά έκαστου μήνα ασφάλισης.»
 
Επιπλέον προστίθεται υποπαράγραφος 2γ. ως εξής:
 
«γ. για το χρόνο ασφάλισης που υπολογίζεται στο διπλάσιο ή τριπλάσιο και αναγνωρίζεται χωρίς την υποχρέωση καταβολής ποσού εξαγοράς, ως συντάξιμες αποδοχές ορίζεται το ποσό που προκύπτει ως μέσος όρος των μηνιαίων συντάξιμων αποδοχών, της τελευταίας πενταετίας πριν την αποχώρηση του λειτουργού - υπαλλήλου του δημοσίου ή του στρατιωτικού.»
 
   Την τροποποίηση της παραγράφου 4 του άρθρου 8 ως εξής:
 
Μετά το 1ο και 2ο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 8 τα οποία συνιστούν στο εξής την υποπαράγραφο 4α και κάτω από τον πίνακα αντιστοιχίας ετών ασφάλισης και ποσοστών αναπλήρωσης, προστίθεται υποπαράγραφος 4β ως εξής:
 
«Το ποσοστά αναπλήρωσης του ανωτέρω πίνακα προσαυξάνονται κατά 0,21% για όσους υπάγονται στις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 42 του π.δ. 169/2007 και κατά 0,7% για κάθε έτος και μέχρι τρία έτη, για όσους υπάγονται στις διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 42 του π.δ. 169/2007.»
 
   Την τροποποίηση της παραγράφου 2 του άρθρου 10 ως εξής:
 
Η παράγραφος 2 του άρθρου 10 αντικαθίσταται ως εξής:
 
«2. Για τα πρόσωπα της παρ. 1α και 1δ του άρθρου 6 η οικογενειακή παροχή εξακολουθεί να συγκαταβάλλεται  με  τη  σύνταξη,  σύμφωνα  με  τις  οικείες  διατάξεις  όπως  αυτές ίσχυαν μέχρι την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού.»
 
   Την τροποποίηση της παραγράφου 1 και 2 του άρθρου 14 ως εξής:
 
Η υποπαράγραφος 1β του άρθρου 14 αντικαθίσταται ως εξής:
 
«β. Για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους των καταβαλλόμενων, έως την ημερομηνία έναρξης ισχύος του νόμου αυτού, συντάξεων και των συντάξεων της παραγράφου 1δ του άρθρου 6 του παρόντος, για τον προσδιορισμό των συντάξιμων αποδοχών λαμβάνεται υπόψη ο συντάξιμος μισθός επί του οποίου κανονίστηκε η ήδη χορηγηθείσα σύνταξη, όπως αυτός είχε διαμορφωθεί πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, με βάση τους κανόνες αναπροσαρμογής των συντάξιμων αποδοχών του Δημοσίου τομέα, που ίσχυαν κατά τη δημοσίευση του παρόντος. Με κοινή   απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής της διάταξης αυτής.»
 
Η υποπαράγραφος 2α του άρθρου 14 αντικαθίσταται ως εξής:
 
«α. Μέχρι την 31.12.2018, οι συντάξεις της προηγούμενης παραγράφου, που έχουν ήδη κανονιστεί, συνεχίζουν να καταβάλλονται στο ύψος που είχαν διαμορφωθεί κατά την 31.12.2014 σύμφωνα με τις τότε ισχύουσες νομοθετικές διατάξεις, παρακρατουμένης της εισφοράς υπέρ υγειονομικής  περίθαλψης  όπως  αυτή  προβλέπεται  στο  α. 1  παρ.  30  του  Νόμου 4334/2015, όπως ισχύει.»
 
Επιπλέον μετά την υποπαράγραφο 2β του άρθρου 14 προστίθεται υποπαράγραφος 2γ. ως εξής:
 
 «γ. Για τις συντάξεις τις παραγράφου 1δ του άρθρου 6 ισχύουν αναλογικά τα αναγραφόμενα στις υποπαραγράφους 2α και 2β, με τη διαφορά ότι ο υπολογισμός της σύνταξης με τις διατάξεις που ίσχυαν μέχρι τις 31.12.2014 και ο επανυπολογισμός με τις νέες ρυθμίσεις κατά την 1.1.2019 θα συντελεστούν ταυτόχρονα.»
 
   Την τροποποίηση της παραγράφου 1 του άρθρου 15 ως εξής:
 
Η υποπαράγραφος 1β του άρθρου 15 αντικαθίσταται ως εξής:
 
«β. Ο λογιζόμενος στο διπλάσιο χρόνος συντάξιμης υπηρεσίας των πολιτικών υπαλλήλων και των στρατιωτικών καθώς και οι αναγνωριζόμενοι πλασματικοί χρόνοι ασφάλισης, σύμφωνα με τις διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού. Όπου για την αναγνώριση των πλασματικών αυτών χρόνων ασφάλισης προβλέπεται καταβολή εισφοράς, η αναγνώριση γίνεται με την καταβολή από τον ασφαλισμένο για κάθε μήνα αναγνωριζόμενου χρόνου ασφάλισης της εισφοράς ασφαλισμένου και εργοδότη, στο ποσοστό που ισχύει κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης εξαγοράς. Ειδικά για τον χρόνο των στρατιωτικών που λογίζεται στο διπλάσιο ή τριπλάσιο, σύμφωνα με τις διατάξεις της συνταξιοδοτικής νομοθεσίας του Δημοσίου, όπως αυτές ίσχυαν μέχρι την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού η αναγνώριση γίνεται με την καταβολή από τον ασφαλισμένο για κάθε μήνα αναγνωριζόμενου χρόνου ασφάλισης της εισφοράς ασφαλισμένου, στο ποσοστό που ισχύει κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης εξαγοράς. Η ως άνω εισφορά υπολογίζεται επί των αποδοχών του ασφαλισμένου κατά το μήνα υποβολής της αίτησης εξαγοράς και, εφόσον έχει διακοπεί η απασχόληση, επί των αποδοχών του τελευταίου μήνα απασχόλησης προσαυξανόμενων κατά την ετήσια μεταβολή μισθών, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Το συνολικό ποσό της κατά τα ανωτέρω εξαγοράς καταβάλλεται σε τόσες μηνιαίες δόσεις, όσοι είναι οι μήνες που αναγνωρίζονται. Το ποσό αυτό μπορεί να καταβληθεί εφάπαξ, οπότε παρέχεται έκπτωση 15%.»
 
   Τη διατήρηση των υφιστάμενων διατάξεων που διέπουν την απασχόληση των συνταξιούχων, αφού η οριζόντια περικοπή των συντάξεων, όσων συνταξιούχων εργάζονται ή απασχολούνται, πλήττει κατά κανόνα τις ευάλωτες ομάδες και τους χαμηλοσυνταξιούχους, οι οποίοι αναγκάζονται να εργαστούν προκειμένου να συμπληρώσουν το ανεπαρκές εισόδημά τους. Εναλλακτικά να διατηρηθούν όλες οι εξαιρέσεις τις υφιστάμενης νομοθεσίας και οι περικοπές να γίνουν σε ποσοστό 60% της ανταποδοτικής σύνταξης.
 
   Προτείνεται η υπαγωγή όλων των στρατιωτικών στα βαρέα - ανθυγιεινά και η εκπόνηση κανονισμού για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των στρατιωτικών.
 
   Προτείνεται η υιοθέτηση της παρακάτω νομοθετικής ρύθμισης, η οποία θα αποδίδει και στους στρατιωτικούς την 5ετία των τέκνων, με τον ίδιο τρόπο που μπορούν να την χρησιμοποιήσουν και να την αναγνωρίσουν όλοι οι πολιτικοί υπάλληλοι του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
 
Στο τέλος του άρθρου 36 του π.δ. 169/2007 και μετά την 9η παράγραφο, προστίθεται η παράγραφος 10 ως εξής:
 
«10.  α. Για όσους στρατιωτικούς θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης από 1.1.2011 και μετά, αναγνωρίζεται ως συντάξιμος χρόνος πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας, ο οποίος ανέρχεται σε ένα (1) έτος  για το πρώτο παιδί  και  σε  δύο (2) έτη  για  κάθε  επόμενο  παιδί  και μέχρι το τρίτο.
 
 Ο χρόνος αυτός λαμβάνεται υπόψη για τη θεμελίωση, καθώς και για την προσαύξηση της σύνταξης, με την προϋπόθεση ο στρατιωτικός να έχει συμπληρώσει δεκαπενταετή (15ετή) πραγματική  υπηρεσία.
 
β. Ο ανωτέρω πλασματικός χρόνος αναγνωρίζεται ως συντάξιμος σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 των άρθρων 17 και 20  του ν.2084/1992 (Α’ 165), κατά περίπτωση.
 
γ. Αν ο στρατιωτικός έχει χρόνο ασφάλισης και σε άλλο φορέα κύριας σύνταξης, ο ανωτέρω  χρόνος αναγνωρίζεται σε έναν μόνο φορέα κατ’ επιλογή.»
 
   Για την πλήρη αποκατάσταση των καταταγέντων από 1/7/1990 μέχρι 31/12/1992 και τη δικαιότερη κλιμάκωση της σταδιακής προσαρμογής των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων των νέων ασφαλισμένων, προτείνονται οι παρακάτω τροποποιήσεις του ν.3865/2010:
 
Οι διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 20 του ν.3865/2010 (Α’ 120) αντικαθίστανται ως εξής: 
 
«2. Για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώματος που θεμελιώνουν, σύμφωνα με τις υφιστάμενες μέχρι τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου διατάξεις, συνταξιοδοτικό δικαίωμα:
 
το έτος 2011, η υποχρέωση πραγματικής υπηρεσίας αυξάνεται κατά ενάμισι (1½) επιπλέον έτος,
το έτος 2012 η υποχρέωση πραγματικής υπηρεσίας αυξάνεται κατά τρία (3) επιπλέον έτη,
το έτος 2013 η υποχρέωση πραγματικής υπηρεσίας αυξάνεται κατά τεσσεράμισι (4½) επιπλέον έτη,
το έτος 2014 η υποχρέωση πραγματικής υπηρεσίας αυξάνεται κατά έξι (6) επιπλέον έτη,
το έτος 2015 η υποχρέωση πραγματικής υπηρεσίας αυξάνεται κατά επτάμισι (7½) επιπλέον έτη,
το έτος 2016 η υποχρέωση πραγματικής υπηρεσίας αυξάνεται κατά εννέα (9) επιπλέον έτη,
το έτος 2017 η υποχρέωση πραγματικής υπηρεσίας αυξάνεται κατά δέκα και μισό (10½) επιπλέον έτη,
το έτος 2018 η υποχρέωση πραγματικής υπηρεσίας αυξάνεται κατά δώδεκα (12) επιπλέον έτη,
το έτος 2019 η υποχρέωση πραγματικής υπηρεσίας αυξάνεται κατά δεκατρία και μισό (13½) επιπλέον έτη.»
(β) Οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 4 του άρθρου 20 του ν.3865/2010 αντικαθίστανται ως εξής:
 
«4. Τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώματος που δεν υπάγονται στις διατάξεις των παρ. 1 και 2 και θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης από 1/1/2020 και μετά, δικαιούνται σύνταξη εφόσον έχουν συμπληρώσει το εξηκοστό (60ο) έτος της ηλικίας τους, ή σαράντα (40) έτη συντάξιμης υπηρεσίας, στα οποία συνυπολογίζονται αθροιστικά:».
 
Οι διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 20 του ν.3865/2010 (Α’ 120) αντικαθίστανται ως εξής: 
 
«3. Για όσους θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι 30.6.2017, ο τρόπος υπολογισμού της σύνταξης ως προς τις κατηγορίες προσωπικού των παραγράφων 1 και 2 ρυθμίζεται σύμφωνα με τις ισχύουσες μέχρι τη θέση σε ισχύ του παρόντος νόμου διατάξεις του άρθρου 42 του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ.169/2007) και του άρθρου 1 του ν.3029/2002. Για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης από 1.7.2017 και μετά,  η σύνταξή τους υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 3 και 4 του νόμου αυτού.»
 
Οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 22 του ν.3865/2010 (Α’ 120) καταργούνται από τότε που ίσχυσαν. 
 
Παραμένουμε στη διάθεσή σας για οποιαδήποτε διευκρίνιση ή πληροφορία.
 
Για την Εκτελεστική Γραμματεία
 
Ο Πρόεδρος
 
Τσουκαράκης Ανέστης
Αντισυνταγματάρχης (ΣΔΓ)
6974365800
 
Ο Γεν. Γραμματέας
 
Μαστρογιαννάκης Χρίστος
Λοχαγός (ΠΒ)
6972516650
 
Share on Google Plus

About Newsroom

Δημοσιογράφος Αρκαδίας με πολυετή εμπειρία στο χώρο των ΜΜΕ. Είναι Υπεύθυνη Δημοσίων σχέσεων σε γνωστά πρόσωπα και επιχειρήσεις στην Ελλάδα.Έχει κάνει μετεκπαιδευση στο Λονδίνο.Καθηγήτρια Δημοσιογραφίας.Μέλος Κιβωτού Ολιστικής Παιδείας Ενόπλων Δυνάμεων, μέλος Συλλόγου Εφέδρων Πελοποννήσου- Μέλος Δημοσιογραφικών Ενώσεων. Διευθύντρια Δημοσίων σχέσεων UNESCO Πειραιώς και Νήσων και της International Action Art, Παρουσιάστρια τηλεοπτικής εκπομπής ¨Μαζί στην Πρώτη Γραμμή. Μεταπτυχιακό στην Διαδικτυακή Δημοσιογραφία

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση των άρθρων χωρίς την έγκριση της ιδιοκτήτριας .
Νόμος 2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.
Η μη αναφορά στην πηγή διώκεται ποινικά