Προφυλακιστέος κρίθηκε μετά την εξάωρη απολογία του στην ανακρίτρια διαφθοράς Βασιλική Μπράτη ο επιχειρηματίας Θωμάς Λιακουνάκος, ο οποίος εμπλέκεται στην υπόθεση των εξοπλιστικών προγραμμάτων.
Στις φυλακές οδηγείται ο επιχειρηματίας Θωμάς Λιακουνάκος μετά την εξάωρη απολογία που έδωσε στην ανακρίτρια διαφθοράςΕιδικότερα, με τη σύμφωνη γνώμη ανακρίτριας και εισαγγελέως, ο επιχειρηματίας κρίθηκε προσωρινά κρατούμενος αφού φέρεται ότι συμμετείχε στον «χορό» των παράνομων αμοιβών που διακινήθηκαν στα εξοπλιστικά προγράμματα των ιπτάμενων ραντάρ.
Περίπου δύο εκατ. ευρώ φέρονται να πέρασαν από τα χέρια του γνωστού επιχειρηματία, ο οποίος προσπάθησε κατά την απολογία του να πείσει πως δεν έχει καμία σχέση με όσα του αποδίδονται.
Η μίζα των δύο εκατ. ευρώ από off shore εταιρία, η οποία φέρεται να ανήκει στον επιχειρηματία, φαίνεται να είχε ως τελικούς αποδέκτες τους Άκη Τσοχατζόπουλο και Γιάννη Σμπώκο.
Ο Θωμάς Λιακουνάκος κατηγορείται για τα κακουργήματα της δωροδοκίας και του ξεπλύματος μαύρου χρήματος. Η υπόθεση αφορά στην προμήθεια ειδικών αεροσκαφών για έγκαιρη προειδοποίηση από την εταιρεία Ericsson, την οποία εκπροσωπούσε η εταιρεία AXON του κ. Λιακουνάκου.
Η σύλληψή του αποφασίστηκε μετά την αποκάλυψη νέων στοιχείων που έφθασαν στα χέρια της ανακρίτριας διαφθοράς Βασιλικής Μπράτη, μέσω δικαστικής συνδρομής, και σχετίζονται με μίζες προς τους Άκη Τσοχατζόπουλο και Γιάννη Σμπώκο, οι οποίοι έχουν ήδη καταδικαστεί και εκτίουν πολυετείς καθείρξεις για διακίνηση μαύρου πολιτικού χρήματος σε άλλα εξοπλιστικά προγράμματα.
Η υπεράσπισή του υποστήριξε, χωρίς όμως να πείσει, ότι είναι «εξόφθαλμα πλαστό» έγγραφο της τράπεζας HSBC του Μονακό, σύμφωνα με το οποίο η off shore εταιρία Interaction, από την οποία φέρονται να έφυγαν μίζες για το εξοπλιστικό πρόγραμμα των ιπτάμενων ραντάρ με ανάδοχο τη σουηδική Ericsson, ανήκει στον Θ. Λιακουνάκο.
Μέρος των χρημάτων διακινήθηκε προς εταιρία που «χρεώνεται» στον πρώην διευθυντή Εξοπλισμών Γ. Σμπώκο, γεγονός που οδηγεί τις αρχές σε ένα κατηγορητήριο κατά του ισχυρού άνδρα της ΑΧΟΝ, για δωροδοκία κρατικών λειτουργών (σ.σ.: δηλαδή του Γ. Σμπώκου και του Άκη Τσοχατζόπουλου).
H απολογία Λιακουνάκου
«Δεν έχω δωροδοκήσει κανέναν. Ότι χρήματα πήρα από αντισταθμιστικά οφέλη, είναι τιμολογημένα στην Ελλάδα και ουδέποτε το κόστος τους μετακυλήθηκε στο κόστος της προμήθειας για το δημόσιο». Αυτή ήταν η κεντρική γραμμή υπεράσπισης του κ. Λιακουνάκου, κατά την εξάωρη απολογία του. Ο επιχειρηματίας μάλιστα -δια των δικηγόρων του- διαμαρτυρήθηκε για την ταχύτητα της διαδικασίας, αφού όπως είπαν οι συνήγοροί του Μιχάλης Ζαφειρόπουλος και Σοφία Πολλάλη «σε τρεις μέρες, πώς να απαντήσεις σε στοιχεία και έγγραφα που βρίσκονται σε πέντε κούτες».
Έντονη ήταν επίσης η αντίδρασή τους σχετικά με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, που θεωρούν πως επηρέασε την ανακρίτρια, αλλά και για τους «πανηγυρισμούς κατά τη σύλληψή του» (σ.σ.: εννοούν προφανώς το tweet που έστειλε εκείνο το βράδυ ο Πάνος Καμμένος).
Σε δήλωσή του, ο κ. Ζαφειρόπουλος ανέφερε ότι ο πελάτης του έδωσε εξηγήσεις και αρνήθηκε τις κατηγορίες. Παράλληλα, η κα Πολλάλη άφησε αιχμές για πολιτικές παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη.
«Κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε.μια δικογραφία δύο ετών μέσα σε δυο ημέρες» είπαν οι συνήγοροι και άφησαν.ανοιχτό το ενδεχόμενο ο επιχειρηματίας να επανέλθει στην ανάκριση και να εισφέρει στοιχεία που θα αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς του.
Ο ίδιος ο Θωμάς Λιακουνάκος ισχυρίζεται πως δεν έχει καμία σχέση, τονίζοντας σε ανακοίνωσή του: «Δεν έχω δωροδοκήσει, όπως κατ΄επανάληψη έχω δηλώσει οποιονδήποτε κρατικό αξιωματούχο. Έχω υποστεί 155 φορολογικούς ελέγχους που διενήργησαν 594 ελεγκτές των φορολογικών αρχών από τους οποίους ουδέποτε, προέκυψε κάτι επιλήψιμο. Έχω καταβάλλει την τελευταία 15ετία φόρους ύψους 155 εκατ. ευρώ».
Η διαδρομή των χρημάτων
Ο επιχειρηματίας, το όνομα του οποίου εμπλέκεται επίσης στην προμήθεια των Leopard, ενώ ζητείται η παραπομπή του για τον ηλεκτρονικό πόλεμο, κατηγορείται για διακίνηση παράνομων αμοιβών ύψους περίπου 2 εκατομμυρίων ευρώ με τελικό αποδέκτη τον κ. Σμπώκο και πιθανώς τον Άκη Τσοχατζόπουλο, σχετικά με την προμήθεια των τεσσάρων ιπτάμενων ραντάρ από την Ericsson με συνολικό κόστος 400 εκατομμύρια.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, η διαδρομή του βρώμικου χρήματος ήταν η εξής :
Από λογαριασμό της εταιρίας Ericksson σε υποκατάστημα τράπεζας στο αεροδρόμιο της Ζυρίχης που είχε ανοιχθεί εκεί για να μπορεί να λαμβάνει κάποιος χρήματα χωρίς να επιδεικνύει διαβατήριο, διοχετεύθηκαν μεταξύ άλλων (από το σύνολο των 12 περίπου εκατ. δολαρίων) περίπου 2 εκατομμύρια σε λογαριασμό της λιβεριανής εταιρίας Interaction σε τράπεζα στο Μονακό.
Τα χρήματα από εκεί διοχετεύονται σε δύο εταιρίες: Τη Highwood και τη Rea International.
Το κουβάρι ξετυλίχθηκε όταν οι αρχές βρήκαν έγγραφα στο σπίτι του Λιακουνάκου σε παλαιότερη έρευνα που -κατά αυτές- τόν συνδέουν με την Interaction.
Η Highwood όμως εμφανίζεται να έχει ιδρυθεί από τον χρηματιστή Γ. Καμάρη, ο οποίος είναι κατηγορούμενος και για άλλη υπόθεση. Όταν λοιπόν εμφανίστηκε εκεί το περίπου ένα εκατομμύριο από την Interaction, ο Καμάρης εκλήθη από την ανακρίτρια και ρωτήθηκε σχετικά.
Εκείνος δήλωσε πως δεν γνωρίζει τίποτα για τη Interaction και γνωρίζει ελάχιστα τον κ. Λιακουνάκο από μια παλιά αγοραπωλησία οικοπέδου το 1997. Όσο για τη Highwood, είπε πως τον παρακάλεσε ο Γιάννης Σμπώκος να ανοίξει μια εταιρία για τον πεθερό του, πριν το 2000, αφού διέθετε χρηματιστηριακή εταιρία.
Η δεύτερη εταιρία, Rea International, φέρεται να ανήκει στον επίσης γνωστό στην ανάκριση Π. Χριστοδουλίδη, ο οποίος είπε πως πήρε εντολή για να λάβει αυτά τα χρήματα και να τα διοχετεύσει από τον Γ. Καμάρη.
Κομβικής σημασίας θεωρούνται οι δύο μαρτυρικές καταθέσεις του πρώην στελέχους της Ericksson, Λις Όλοφ Νέντσελ, ο οποίος διακινούσε χρήματα σε όλα τα Βαλκάνια για την εταιρία. Ο Σουηδός είχε αποκαλύψει τα εμβάσματα προς την Interaction, διαχειριστής της οποίας εμφανιζόταν ένας Βρετανός δικηγόρος ονόματι Κόλεριτζ, ο οποίος είχε ρόλο και στη συμφωνία για τα άρματα μάχης Leopard 2.
Από τις δύο καταθέσεις, η Δικαιοσύνη έκρινε πως υπήρχαν αποχρώσες ενδείξεις διαφθοράς αφού και στις δύο εταιρίες καταλήγουν από την Interaction περί τα δύο εκατ. ευρώ.
Το έγγραφο «φωτιά »
Καταλυτικό ρόλο στην ανάκριση έπαιξε ένα έγγραφο «φωτιά» που οι αρχές έλαβαν μέσω Eurojustice. Το τρισέλιδο έγγραφο από την HSBC του Μονακό γραμμένο στα αγγλικά και γαλλικά φέρεται να αποδίδει τον λογαριασμό διακίνησης των χρημάτων στον Θωμά Λιακουνάκο.
Ο επιχειρηματίας κλήθηκε να αντικρούσει ή να αποδεχτεί αυτό το έγγραφο. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Λιακουνάκος είπε πως την εταιρία Interaction ίδρυσε ο ίδιος μαζί με δύο ακόμα άτομα (εκ των οποίων το ένα δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή), τα οποία και κατονόμασε. Διαχειριστής (εν λευκώ όπως φέρεται να είπε) ήταν ο Κόλεριτζ.
Η εταιρία φέρεται να ιδρύθηκε το 1999 για σκοπούς -όπως υποστήριξε- διευκόλυνσης των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του,χωρίς να υπάρχει όμως κάποια επιλήψιμη δραστηριότητα.
Όταν έφτασε στο επίμαχο ερώτημα για τα χρήματα που διακινήθηκαν από την εν λόγω εταιρία, ο επιχειρηματίας φέρεται να απάντησε πως δεν γνωρίζει τίποτα, ρίχνοντας ουσιαστικά το «μπαλάκι» της κίνησης του λογαριασμού στην HSBC του Μονακό στον Κόλεριτζ.
Με τη διαφορά ότι ο τελευταίος είναι 74 ετών και υπήκοος Μονακό -με ότι κι αν σημαίνει αυτό για τα δικαιώματα - απόρθητα κάστρα- που έχει απέναντι στην ελληνική δικαιοσύνη.
Η απάντηση αυτή του κ. Λιακουνάκου, σύμφωνα με πληροφορίες, προκάλεσε έντονο εκνευρισμό στην ανάκριση. Η ένταση οξύνθηκε περαιτέρω όταν παρουσιάστηκε το επίμαχο τρισέλιδο έγγραφο.
zougla.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου