ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
Συνάντηση ΠΟΕΣ με ΑΝΥΠΟΙΚ για τους καταταγέντες τα έτη 1990-1992
Σας γνωρίζεται ότι σήμερα, 01 Ιουλίου 2014 και ώρα 13.15΄, μετά από αίτημά μας, αντιπροσωπεία του ΔΣ της Ομοσπονδίας μας συναντήθηκε με τον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών, κ. Χ. Σταϊκούρα, και τριμελή επιτροπή του Υπουργείου Οικονομικών, με θέμα συζήτησης τη δυσαρμονία που προκάλεσε η αβλεψία του ν.3865/2010 αφορώσα στους συναδέλφους που κατετάγησαν τα έτη 1990 – 1992, τη διάσπασή των και στον αποχωρισμό αυτών από το κυρίως σώμα των «παλαιών» και τη βίαιη ένταξή τους στο συνταξιοδοτικό καθεστώς των «νέων» ασφαλισμένων.
Από μεριάς της Ομοσπονδίας τέθηκαν ισχυρά επιχειρήματα που ανατρέπουν τη συνταξιοδοτική αταξία που δημιούργησε ο ν.3865/2010 αναφορικά με τους ανωτέρω συναδέλφους, που προκλήθηκε από αβλεψία και αστοχία του νομοθέτη του, και κατατέθηκε συγκεκριμένη πρόταση τροπολογίας επαναφοράς στη συνταξιοδοτική τάξη και ενιαία αντιμετώπιση των «παλαιών» ασφαλισμένων, για τους καταταγέντες τα έτη 1990 – 1992.
Η Ομοσπονδία μας παρέδωσε ενημερωτικό στον κ. Υπουργό τονίζοντας, με αριθμητικά στοιχεία, και ενόψει της εκτέλεσης της απόφασης του ΣτΕ για επαναφορά των μισθών των στρατιωτικών στα επίπεδα της 31-7-2012 και επιστροφή όλων των αναδρομικών κρατήσεων μέχρι και την ημερομηνία εφαρμογής, ότι η ανωτέρω συνταξιοδοτική τακτοποίηση όχι μόνο δεν έχει δημοσιονομικό κόστος αλλά θα επιφέρει όφελος σε τέτοιο χρηματικό ύψος που μπορούν να καλυφθούν οι υποχρεώσεις του δημοσίου από τη συμμόρφωση της απόφασης του ΣτΕ. Περαιτέρω θα μπορέσει να οπλιστεί με έναν ικανό αριθμό, σε περίπτωση που αποφασίσουν να αποστρατευθούν οι συνάδελφοι που κατετάγησαν τα έτη 1990-1992, ο οποίος θα μπορεί να προστεθεί στις μνημονιακές απαιτήσεις αποχώρησης δημοσίων υπαλλήλων καθώς θα μειώσει τον αριθμό των υπηρετούντων στο Ελληνικό δημόσιο και έτσι δεν θα υφίσταται αυξημένη ανάγκη για διαθεσιμότητα – κινητικότητα κλπ σε άλλους φορείς του δημοσίου που συνήθως δεν έχουν και τη συναίνεση του προσωπικού.
Διαφάνηκε η πρόθεση του Υπουργείου Οικονομικών να επαναφέρει, μετά τη μελέτη της πρότασης, την αταξία που δημιουργήθηκε από τον ανωτέρω νόμο και τονίσθηκε ιδιαίτερα, όπως άλλωστε και στις απαντήσεις που δόθηκαν σε πληθώρα ερωτημάτων που κατατέθηκαν κατά τη διαδικασία του κοινοβουλευτικού ελέγχου από βουλευτές όλων των πτερύγων της Βουλής των Ελλήνων, ότι όλες οι συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις που αφορούσαν τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων προτάθηκαν από το ίδιο το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, χωρίς την παρέμβαση του Υπουργείου Οικονομικών.
Παρακάτω παρατίθεται η πρόταση της ΠΟΕΣ:
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ
για Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών κ. Χ. Σταϊκούρα
ΘΕΜΑ : Συνταξιοδοτικό καθεστώς στρατιωτικών που κατετάγησαν τα έτη 1990-1992
Σκοπός του παρόντος είναι η ενημέρωσή σας για τη δυσαρμονία που προκάλεσε η αβλεψία του ν.3865/2010 και αφορά στους συναδέλφους μας που κατετάγησαν τα έτη 1990 – 1992, τη διάσπασή των και στον αποχωρισμό αυτών από το κυρίως σώμα των «παλαιών» ασφαλισμένων.
Με την ψήφιση του ανωτέρω νόμου διαμορφώθηκε το νέο συνταξιοδοτικό καθεστώς για τους στρατιωτικούς, με το οποίο αυξήθηκαν τα χρόνια παραμονής τους στο Στράτευμα στα 40έτη (35 πραγματικά και 5 πλασματικά).
Από τις ρυθμίσεις του διαφάνηκε η πρόθεση του νομοθέτη να θεσπίσει μεταβατικές διατάξεις προσαρμογής, για προφανείς λόγους κοινωνικής ευαισθησίας και ισονομίας, οι οποίες όμως περιορίστηκαν στους «παλαιούς» ασφαλισμένους που κατατάχτηκαν μεταξύ των ετών 1986-1989, χωρίς να περιλαμβάνει περαιτέρω μεταβατική κλιμάκωση σε εύλογο βάθος χρόνου για τους λοιπούς όμοιους ασφαλισμένους της αυτής κατηγορίας (1990-1992, «παλαιοί» ασφαλισμένοι) που τους μετέφερε βίαια στα 40 έτη, χωρίς ιδιαίτερο λόγο και κόστος.
Έτσι, ο ανωτέρω νόμος κατηγοριοποίησε τα στελέχη στις εξής κατηγορίες:
- Στα στελέχη της 1ης παραγράφου του άρθρου 20, στην οποία ανήκουν όσοι θεμελιώνουν δικαίωμα μέχρι την 31-12-2010 (καταταγέντες μέχρι 30-6-1985) και δεν επηρεάζονται καθόλου από τις διατάξεις του ν.3865/2010, τόσο ως προς τη θεμελίωση δικαιώματος, όσο και ως προς τον υπολογισμό της σύνταξης.
- Στα στελέχη της 2ης παραγράφου του άρθρου 20, στην οποία ανήκουν όσοι θεμελιώνουν δικαίωμα από 01-1-2011 μέχρι την 31-12-2014 (καταταγέντες από 01-7-1985 μέχρι 30-6-1990) και στους οποίους αυξάνεται σταδιακά ο χρόνος που απαιτείται για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος, χωρίς να επηρεάζεται ο τρόπος υπολο-γισμού της σύνταξης, ως εξής:
Γι΄ αυτούς που συμπληρώνουν 24 ½ έτη υπηρεσίας το 2011, απαιτούνται πλέον 26 έτη πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας.
Γι΄ αυτούς που συμπληρώνουν 24 ½ έτη υπηρεσίας το 2012, απαιτούνται 27 ½ έτη πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας.
Γι΄ αυτούς που συμπληρώνουν 24 ½ έτη υπηρεσίας το 2013, απαιτούνται 29 έτη πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας.
Γι΄ αυτούς που συμπληρώνουν 24 ½ έτη υπηρεσίας το 2014, απαιτούνται 30 ½ έτη πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας.
- Στα στελέχη της 3ης παραγράφου του άρθρου 20, στην οποία ανήκουν όσοι θεμελιώνουν δικαίωμα από 01-1-2015 και μετά (καταταγέντες από 01-7-1990 και μετά) και επιφέρουν πλήρη μεταβολή των συνταξιοδοτικών τους δικαιωμάτων τόσο ως προς τη θεμελίωση, όσο και ως προς τον υπολογισμό της σύνταξης.
Μέχρι τη θέσπιση του ανωτέρω νόμου κανένα ομοειδές και συναφές του αντικειμένου νομοθέτημα (ν. 2084/1992 και ν.3513/2006) δεν διέσπασε την ενιαία κατηγορία των «παλαιών» ασφαλισμένων (01-7-1990 έως 31-12-1992) οι οποίοι αντιμετωπίζονταν ενιαία και αδιαίρετα.
Ερμηνευτική εγκύκλιός σας επί του ανωτέρω προσδιόρισε εννοιολογικά τους «παλαιούς» με τους «νέους» ασφαλισμένους, ορίζοντας ότι:
- «Παλαιός» ασφαλισμένος νοείται ο υπάλληλος ο οποίος, ανεξάρτητα από το χρόνο διορισμού του στο Δημόσιο, έχει ασφαλισθεί για πρώτη φορά σε ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου, μέχρι 31-12-1992.
- «Νέος» ασφαλισμένος νοείται ο υπάλληλος ο οποίος ανεξάρτητα από το χρόνο διορισμού του στο Δημόσιο, έχει ασφαλισθεί για πρώτη φορά σε ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ασφάλισης, συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου, από 1-1-1993 και μετά.
Ίδια αντιμετώπιση υπήρξε και για τον ιδιωτικό τομέα από το ΙΚΑ, με σχετικές εγκυκλίους, αλλά και με όμοιο έγγραφο του ΥΠΕΘΑ.
Από τα ανωτέρω εκτεθέντα και μετά την αποσαφήνιση των εννοιολογικών προσδιορισμών παλαιού και νέου ασφαλισμένου, είναι πασιφανές ότι η κατηγορία των παλαιών ασφαλισμένων τριχοτομήθηκε σε ασφαλισμένους μέχρι 30-6-1985, σε ασφαλισμένους από 01-7-1985 μέχρι 30-6-1990 και σε ασφαλισμένους από 01-7-1990 και μετά. Μετά από το διαχωρισμό αυτό οι ασφαλισμένοι από 01-7-1990 και μέχρι 31-12-1992 και οι οποίοι, όπως προαναφέρθηκε, μέχρι τη θέση σε ισχύ του ν.3865/2010 θεωρούνταν παλαιοί ασφαλισμένοι, ενσωματώθηκαν στην κατηγορία των νέων ασφαλισμένων (01-1-1993 και μετά) με τους οποίους εξομοιώθηκαν πλήρως στα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, με εξαίρεση την παροχή, κατόπιν αναγνώρισης 3 επιπλέον πλασματικών χρόνων (παρ. 4 άρθρου 22), η οποία όμως για άγνωστους λόγους αποδόθηκε και σε μία μερίδα των νέων ασφαλισμένων (καταταγέντες από 01-1-1993 μέχρι 31-12-1995). Εν τέλει η διάκριση που επέφερε ο εν λόγω νόμος αδικεί κατάφωρα τους στρατιωτικούς που προσελήφθησαν από 01-7-1990 έως 31-12-1992 επιβαρύνοντάς τους με επιπλέον 10 συντάξιμα έτη (7 πραγματικά με χρήση των 3 επιπλέον πλασματικών ετών) σε σχέση με αυτούς που προσελήφθησαν το αμέσως προηγούμενο έτος ή ακόμα και εντός του α' εξαμήνου του ίδιου έτους (καταταγέντες από 01-1-1990 έως 30-6-1990).
Σημειώνεται ότι 9 μήνες μετά την ψήφιση του ν.3865/2010 και μετά από σχετική διαταγή των οικονομικών υπηρεσιών του ΥΠΕΘΑ, δόθηκε η δυνατότητα χρήσης 5 ετών πλασματικού χρόνου από Μονάδες Εκστρατείας, στην 25ετία, στα στελέχη που κατετάγησαν τα έτη 1986 έως 1989, αναγνωρίζοντας ουσιαστικά πλήρως τα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα, χωρίς όμως ανάλογη νομοθετική ρύθμιση, κατά το πνεύμα και την ουσία του ανωτέρω νόμου, για τους στρατιωτικούς που κατετάγησαν τα έτη 1990-1992.
Αποτέλεσμα της ανωτέρω ρύθμισης είναι οι συνάδελφοί μας που κατετάγησαν από 01-7-1990 έως και 31-12-1992 να εξαιρεθούν πλήρως και από αυτή την ρύθμιση και να ενισχυθεί υπέρμετρα η πραγματική τους υπηρεσία στα 10 έτη.
Κατόπιν των ανωτέρω, θεωρούμε ότι από αβλεψία και μόνο ο νομοθέτης δεν συμπεριέλαβε στις μεταβατικές διατάξεις του ν.3865/2010 τους συναδέλφους που κατετάγησαν από 01-7-1990 έως 31-12-1992, επικαλούμενοι δε την αρχή της δίκαιης και ίσης μεταχείρισης, αλλά και την ανάγκη να υπάρξει μεταβατικό στάδιο ομαλής μετάπτωσης από το παλαιό στο νέο συνταξιοδοτικό πλαίσιο, προτείνουμε τη διόρθωσή του με την εξής τροπολογία:
«Η παράγραφος 4 του άρθρου 22 του Ν.3865/2010 (ΦΕΚ Α΄ 120) καταρ-γείται» και «Η παράγραφος 2 του άρθρου 20 του Ν.3865/2010 ΦΕΚ Α΄ 120) αντικαθίσταται ως εξής: «Αυξάνονται, σταδιακά, από 01-1-2011 τα έτη συνολικής συντάξιμης υπηρεσίας που απαιτούνται για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος των στρατιωτικών, γενικά (νέοι και παλαιοί ασφαλισμένοι), οι οποίοι συμπληρώνουν, από 01-1-2011 και μετά, 24 1/2 έτη συντάξιμης υπηρεσίας, ως εξής: Για τη θεμελίωση δικαιώματος σύνταξης των στρατιωτικών, που συμπληρώνουν 24 1/2 έτη συντάξιμης υπηρεσίας - το έτος 2011, απαιτούνται πλέον 26 έτη πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας - το έτος 2012, απαιτούνται 27 έτη - το έτος 2013, απαιτούνται 28 έτη - το έτος 2014, απαιτούνται 29 έτη - το έτος 2015, απαιτούνται 30 έτη - το έτος 2016, απαιτούνται 31 έτη - το έτος 2017, απαιτούνται 32 έτη. Για όσους θεμελιώσουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα μέχρι και το έτος 2017 (συμπλήρωση 24 1/2 ετών πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας), ο τρόπος υπολογισμού της σύνταξής τους δεν επηρεάζεται από τις μεταβολές που επέρχονται με τις λοιπές διατάξεις του νόμου αυτού. Όσοι θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα από 01-1-2018 και μετά, θα συνταξιοδοτούνται με τη συμπλήρωση είτε του 60ού έτους της ηλικίας τους είτε 40 ετών συντάξιμης υπηρεσίας, εξαιρουμένων όσων έχουν καταταγεί από 01-1-1993 μέχρι 31-12-1995, των οποίων ο πραγματικός συντάξιμος χρόνος προσαυξάνεται κατά 3 έτη, με την καταβολή της προβλεπόμενης από τις διατάξεις του άρθρου 59 του π.δ 169/2007 εισφοράς για τη συμπλήρωση 40 ετών υπηρεσίας».
Από την ανωτέρω τροπολογία δεν προκαλείται δημοσιονομικό κόστος, καθώς οι συντάξιμες αποδοχές υπολείπονται αυτές των εν ενεργεία, αλλά αντιθέτως θα υπάρξει δημοσιονομικό όφελος.
- Όφελος, αφενός οικονομικό καθόσον θα δοθεί η δυνατότητα σε περισσότερους στρατιωτικούς να αποχωρήσουν οικεία βουλήσει από το δημόσιο, εξασφαλίζοντας έτσι χρήματα για το δημόσιο που αναλογούν στη διαφορά μισθού – σύνταξης.
Για να γίνει κατανοητό θα χρησιμοποιηθεί το παράδειγμα ενός στρατιωτικού που εισήλθε την 24-9-1990 στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, με σημερινές αποδοχές. Ο στρατιωτικός αυτός φέρει σήμερα το βαθμό του Αντισυνταγματάρχη και είναι έγγαμος με δύο τέκνα.
* Στα 25 έτη θα φέρει το βαθμό του Αντισυνταγματάρχη με βασικό μισθό Συνταγματάρχη και καταλογιστέο ποσό (μικτά) 2301,08 ευρώ. Εάν επιλέξει να αποστρατευθεί στα 25 έτη (εφόσον υιοθετηθεί η ανωτέρω πρότασή μας), θα λάβει ως σύνταξη το καθαρό ποσό των 1050,53 ευρώ και 54,75 η νοσοκομειακή του περίθαλψη. Διαφορά μισθού και σύνταξης (2301,08-1105,28 =) 1195,8 ευρώ.
Από το ανωτέρω παράδειγμα διαφαίνεται καθαρά το οικονομικό κέρδος του δημοσίου. Από το 25ο έτος, που επέλεξε να φύγει ο Αντισυνταγματάρχης και μέχρι το 35ο έτος, που θα έφευγε εάν εξακολουθήσει να ισχύει ο ν.3865/2010, το δημόσιο θα υποχρεωθεί να καταβάλλει ως μισθοδοσία του, τη διαφορά του μισθού με τη σύνταξη, ήτοι 1195,8 ευρώ Χ 12 μήνες Χ 10 έτη = 143.496,00 ευρώ, ποσό που με την αποχώρησή του στα 25 έτη παραμένει στα ταμεία του Κράτους, χωρίς να υπολογιστούν στο ποσό αυτό και οι αυξήσεις που θα έχει μέσα στην επόμενη δεκαετία, στο χρονοεπίδομα και στο βασικό μισθό.
Επίσης όσα στελέχη εισήλθαν στο Στράτευμα μετά την 01-10-1990, προκειμένου να αποχωρήσουν μετά την 25ετία, θα πρέπει να εξαγοράσουν τα 5 πλασματικά έτη. Η εξαγορά αυτή των πλασματικών ετών θα επιφέρει επιπλέον έσοδα στα κρατικά ταμεία της τάξεως των 2.000,00 ευρώ για κάθε έτος εξαγοράς.
- Περαιτέρω, όφελος αριθμητικό στον αριθμό υπαλλήλων του δημόσιου τομέα, που σημαίνει ότι με την οικεία αποχώρηση όσων συναδέλφων επιλέξουν να συνταξιοδοτηθούν θα επέλθει μείωση της οροφής του στρατεύματος με ήπιο και συναινετικό τρόπο (καθώς η αποχώρηση των συναδέλφων, που κατετάγησαν από 01-7-1990 έως 31-12-1992, θα αποτελεί βούληση του κάθε στελέχους) η οποία μπορεί να ταυτιστεί με τις ευρύτερες μνημονιακές δεσμεύσεις καθώς θα μειώσει τον αριθμό των υπηρετούντων στο Ελληνικό δημόσιο και έτσι δεν θα υφίσταται αυξημένη ανάγκη για διαθεσιμότητα – κινητικότητα κλπ σε άλλους φορείς του δημοσίου που συνήθως δεν έχουν και τη συναίνεση του προσωπικού.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου