Σήμερα στο Πνευματικό Κέντρο του Πολιτιστικού Συλλόγου Θανιωτών «Ο Άγιος Γεώργιος», είχα την τιμή να εκφωνήσω ομιλία στη μνήμη του φονευθέντος στις 13 Νοε 1824 Πάνου Κολοκοτρώνη, πρωτότοκου γιου του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Ευχαριστώ θερμά το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου και τον Πρόεδρο κύριο Χρήστο Μπολοβή για αυτήν την πρόσκληση και πρόκληση για μένα, καθώς και για το εξαιρετικό βιβλίο που μου πρόσφεραν με τα απομνημονεύματα του Θεόδωρου Ρηγόπουλου. Νωρίτερα με την Αρκαδική Εκκλησιαστική Χορωδία αποδώσαμε τη Θεία Λειτουργία στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Θάνα. Σας παραθέτω το κείμενο της ομιλίας μου!!
Εισαγωγή
Ανακαλώντας στη μνήμη μας το τραγικό περιστατικό της 13ης Νοεμβρίου 1824, και φέρνοντας στο νου παρόμοιες περιπτώσεις, διερωτώμεθα πως θα είχε διαμορφωθεί η νεότερή μας ιστορία, αν ο Πάνος Κολοκοτρώνης, ο Κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας, ο οραματιστής πολιτικός Γρηγόρης Λαμπράκης και άλλοι δεν είχαν δολοφονηθεί και είχαν προλάβει να ολοκληρώσουν το έργο τους
Έχουμε χρέος να θυμόμαστε και πολύ περισσότερο να εξηγούμε στα νέα παιδιά τη λάμψη του μεγάλου οράματος της εθνεγερσίας του 1821 και πόσο αυτή η λάμψη σκοτείνιασε εξαιτίας της διχόνοιας, που δημιουργήθηκε. Και σήμερα, τιμώντας τη μνήμη ενός από τους πιο άτυχους, αλλά και πιο φωτισμένους ήρωες της Επανάστασης του 1821, του Πάνου Κολοκοτρώνη, αναμετριόμαστε με μια αλήθεια, που παραμένει διαχρονική: ότι η ελευθερία των Ελλήνων έχει κατακτηθεί με θυσίες, με περιόδους ομοψυχίας, και με συνείδηση της ενότητας μπροστά στον κίνδυνο.
Η Ελληνική Επανάσταση υπήρξε ένα ξάφνιασμά της παγκόσμιας ιστορίας. Μια παλιγγενεσία ενός λαού ενάντια σε μια πανίσχυρη αυτοκρατορία, που άλλαξε τον ρου των Βαλκανίων και ενέπνευσε για ελευθερία λαούς που ήταν υπόδουλοι σε αυτοκρατορίες της εποχής.
Όμως πίσω από τον ηρωισμό και τα κατορθώματα, κρύβεται και μια σκοτεινή σελίδα: οι εμφύλιοι πόλεμοι, που σημάδεψαν τα χρόνια εκείνα και που στέρησαν από την Ελλάδα πολύτιμες ζωές, ανάμεσά τους και τον Πάνο Κολοκοτρώνη. Ο εμφύλιος φθόνος, κάθισε ειρωνικά πάνω στα ερείπια του Αγώνα. «Η διχόνοια βασίλευε παντού και οι μεγαλύτεροι ήρωες εχάνοντο από χέρι ελληνικό.», θα γράψει ο Σπυρίδων Τρικούπης, στην Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως,
Η ημέρα αυτή και η πρωτοβουλία του πολιτιστικού συλλόγου σας, γίνεται ένας καθρέφτης για εμάς σήμερα. Γιατί μέσα από τέτοιες μνήμες, αναλογιζόμαστε ποιοι είμαστε, τι κληρονομήσαμε και τι οφείλουμε να κρατήσουμε ζωντανό. Η δική μου η προσέγγιση έχει τον στόχο να προβληματίσει και να εγείρει περισσότερα ερωτήματα, παρά να δώσει απαντήσεις.
Κυρίως μέρος
ΟΙ ΕΜΦΥΛΙΟΙ
Όλα τα σημαντικά ιστορικά γεγονότα δεν ξεσπούν από μόνα τους και ξαφνικά, έχουν πάντα βαθύτερες αιτίες και με μια αφορμή έρχονται στην επιφάνεια. Δύο εμφύλιοι πόλεμοι σημάδεψαν την περίοδο 1823–1825, που τα προεόρτιά τους έχουν βαθύτερες ρίζες στις καταστάσεις και στις νοοτροπίες της τουρκοκρατίας. Προεπαναστατικά, έχουμε αντιπαλότητες μεταξύ κλεφτών και κοτζαμπάσηδων, τοπικισμούς μοραϊτών, ρουμελιωτών και νησιωτών. Με τις πρώτες νίκες και την απελευθέρωση σημαντικών γεωγραφικών διαμερισμάτων, προστέθηκε η προσπάθεια για τη δημιουργία κράτους και έτσι στην πρώτη εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, τον Ιανουάριο του 1822, τέθηκε το ζήτημα της μορφής του νέου κράτους και το φλέγον συνακόλουθό του, «ποιοι θα έλεγχαν την κυβέρνηση».
Οι Έλληνες είχαν αρχίσει να βγαίνουν από μια μακρόχρονη περίοδο οθωμανικής κυριαρχίας, την εξουσία που μέχρι τότε είχε ο σουλτάνος και οι κατά τόπους αγάδες και πασάδες. Παρόλο ότι υπήρχαν τοπικές κοινότητες, οι οποίες κατά κάποιο τρόπο είχαν ωριμάσει πολιτικά τους Έλληνες, ειδικά στην Πελοπόννησο τις Κυκλάδες και τη Στερεά Ελλάδα, εν τούτοις δεν είχαν ουσιαστικά δικιά τους εξουσία, για αυτό υπήρχε και η δυσκολία εμπέδωσης και εφαρμογής των νέων θεσμών, που προέκυπταν.
Στα όργανα της προσωρινής διοίκησης της Επιδαύρου, εκλέχθηκαν κυρίως προύχοντες της Πελοποννήσου, της Ύδρας και πρόεδρος του εκτελεστικού εξελέγη ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. Είχαμε από την άλλη μεριά μία δυσαρέσκεια των στρατιωτικών της Πελοποννήσου, όπου δέσποζε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, λόγω του κύρους του από τις νίκες που είχε πετύχει, αλλά και στη Στερεά Ελλάδα, οι παλιοί αρματολοί ήταν δυσαρεστημένοι, γιατί κι εκείνοι αποκλείστηκαν από την εξουσία. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης μέσα από την Πελοποννησιακή Γερουσία, δημιούργησε το 1822 ένα δίκτυο συμμαχιών με τους στρατιωτικούς και τους ισχυρούς προύχοντες της Πελοποννήσου, ενώ η κεντρική διοίκηση προσπαθούσε με κάθε τρόπο να περιορίσει τη δύναμη της γερουσίας. Και οι καραβοκύρηδες της Ύδρας, που ήταν μέλη της διοίκησης, κατηγορούσαν τους πελοποννήσιους ότι περιφρονούσαν τους νέους θεσμούς. Στα τέλη του 1822, η διοίκηση, υπό τον Κουντουριώτη, φερόταν ανοιχτά πλέον εναντίον του Κολοκοτρώνη, που είχε αποκτήσει μεγάλο κύρος μετά τη νίκη του εναντίον του Δράμαλη.
Το κύριο περιβάλλον αυτής της διαμάχης ήταν η Πελοπόννησος και πήραν μέρος Πελοποννήσιοι, Στερεοελαδίτες και νησιώτες, οργανωμένοι σε ευμετάβλητους συνασπισμούς με τοπικά και πολιτικά ιδεολογικά κίνητρα.
Για να διασπάσει το δίκτυο των συμμαχιών τους η διοίκηση απένειμε αυθαίρετα αξιώματα σε μερικούς πελοποννήσιους το Γιατράκο τους Μαυρομιχαλαίους και άλλους, οπότε έχουμε πλέον την ανοιχτή ρήξη του Κολοκοτρώνη με τη διοίκηση, που εκδηλώνεται με την άρνησή του να τους παραδώσει τον νεοκατακτηθέν φρούριο του Ναυπλίου, στο οποίο φρούραρχος είχε οριστεί ο Πάνος.
Στη δεύτερη εθνοσυνέλευση του Άστρους, η οποία έγινε από τα τέλη Μαρτίου του 1823 έως 18 Απριλίου, η πίεση των στρατιωτικών ήταν έντονη για τη συμμετοχή στην κυβέρνηση, οπότε δημιουργούνται δύο ισχυροί ανταγωνιστικοί πόλοι εξουσίας, συνασπισμένοι γύρω από τα δύο διαμορφούμενα κέντρα εξουσίας.
Ο πρώτος πόλος, είναι οι συνασπισμένοι γύρω από το βουλευτικό της προσωρινής διοίκησης, εμφορούμενοι από δυτικές περί οργάνωσης του κράτους αντιλήψεις όπως ο Κωλέττης και ο Μαυροκορδάτος, οι νησιώτες άρχοντες, οι περισσότεροι οπλαρχηγοί της Ρούμελης, οι οποίοι θεωρούσαν ότι οι Πελοποννήσιοι έβλεπαν την επανάσταση με κριτήρια τοπικιστικά. Στην παράταξη αυτή να σημειώσουμε ότι είχαν προσχωρήσει και οι δύο μεγάλες προυχοντικές οικογένειες της Πελοποννήσου, ο Ανδρέας Ζαΐμης και ο Ανδρέας Λόντος (περιοχές Καλαβρύτων και Βοστίτσας). Τους χώριζαν όμως όλους αυτούς περισσότερα από όσα τους ένωναν, ενώ ο κοινός τους κίνδυνος, προερχόταν από τους στρατιωτικούς.
Ο άλλος διαμορφούμενος πόλος εξουσίας, οργανώθηκε γύρω από το εκτελεστικό, και προερχόταν από την Πελοποννησιακή Γερουσία, αποτελούμενος από τους δυσαρεστημένους στρατιωτικούς κυρίως της Πελοποννήσου, που θεωρούσαν ως κεκτημένο δικαίωμα τον ηγετικό ρόλο στην δημιουργία του νέου κράτους και στην κυβέρνηση, λόγω των επιτυχιών που είχαν σημειώσει στα δύο πρώτα χρόνια του αγώνα και στηρίζονταν στη δύναμη των όπλων του Κολοκοτρώνη και στο πολιτικό κύρος του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη θεωρώντας τους άλλους, Ρουμελιώτες, Υδραίους κλπ, ξένους προς τον τόπο.
Αυτά τα γεγονότα δείχνουν το πόσο δύσκολη ήταν η διαδικασία εμπέδωσης των νέων θεσμών.
Περιληπτικά έχουμε την πρώτη φάση της εμφύλιας διαμάχης απ’ το φθινόπωρο του 1823 έως τον Ιούλιο του 1824, όπου συμβαίνουν συγκρούσεις για την κατάληψη της εξουσίας και ακολουθούν οι πληροφορίες ότι φτάνει το αγγλικό δάνειο, που όταν έφτασε στα χέρια του Κουντουριώτη, μισθοδοτήθηκαν στρατιωτικά σώματα ρουμελιωτών, για να πολεμήσουν εναντίον των πελοποννησίων. Και έτσι το κουτσουρεμένο δάνειο, που ήρθε στην Ελλάδα στις αρχές του 1824 (το άλλο ήρθε το 1825) έπαιξε πολύ αρνητικό ρόλο και στον εμφύλιο πόλεμο δημιουργώντας τη β φάση του
Ο ΠΑΝΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
Ας έρθουμε όμως στον δικό μας άτυχο ήρωα, θύμα των δύο αδελφοκτόνων εμφυλίων πολέμων, που έριξαν την μαύρη σκιά τους στην εθνεγερσία των Ελλήνων, την περίοδο που ως πρωτοπόρο επαναστατημένο έθνος, κατάφερε νίκες στην μέχρι τότε ισχυρή Οθωμανική αυτοκρατορία, δίνοντας ελπίδες ελευθερίας στους υπόδουλους λαούς και τον ορθόδοξο χριστιανικό κόσμο της ανατολικής Ευρώπης, που δεινοπαθούσε, με την ζωή, την τιμή και την περιουσία του να είναι στη διάθεση των τούρκων. Η βαριά φορολογία σε φλουριά και σε προϊόντα, ο κεφαλικός φόρος με το παιδομάζωμα και τον εξισλαμισμό, ο εκπατρισμός, οι σφαγές και η έλλειψη δικαιοσύνης, έκαναν τη ζωή των υπόδουλων λαών θλιβερή.
Ο Πάνος είναι ο πρωτότοκος γιος του Κολοκοτρώνη, είναι μια εκλεπτυσμένη φιλελεύθερη προσωπικότητα, ένας δραστήριος και γενναίος νέος με αξιοζήλευτη μόρφωση, έχοντας σπουδάσει στην ακαδημία της Κέρκυρας, ένα από τα πιο φημισμένα πανεπιστήμια της εποχής. Γνώριζε καλά την ελληνική γλώσσα και την αρχαία, ήταν άριστος μαθηματικός, γνώριζε ιταλικά αγγλικά και γαλλικά, είχε ωραίο ανάστημα, ήταν καλοκαμωμένος και φρόντιζε να αποκτά εξέχοντες φίλους, στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Είχε νου ικανό, ορθή κρίση και εξαιρετικό λόγο. Όλα αυτά τα χαρακτηριστικά του, προμήνυαν ότι το μέλλον του θα ήταν συνυφασμένο με τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις και θα διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στην πολιτειακή και πολιτική συγκρότηση της ελεύθερης Ελλάδος. Με αυτά τα χαρακτηρίστηκα, σας καλώ να αναλογιστείτε τον Πάνο φρούραρχο του Ναυπλίου, όταν οι σκέψεις για το Ναύπλιο ήταν να είναι η πρωτεύουσα του υπό ίδρυση κράτους.
Στον Μοριά ήρθε λίγο μετά τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, ο οποίος του ανέθεσε την στρατολογία και την επιμελητεία της επαρχίας της Καρύταινας, ενώ αναδείχθηκαν οι διοικητικές του ικανότητες πολεμώντας στο Βαλτέτσι, στην πολιορκία της Τριπολιτσάς και στην καταστροφή του Δράμαλη. Μετά την άλωση της Τριπολιτσάς, ορίστηκε πολιτάρχης της πόλης, δηλαδή στρατιωτικός και πολιτικός διοικητής, ουσιαστικά δήμαρχος της ελεύθερης πόλης.
Η κατάληψη της Τριπολιτσάς, της Κορίνθου, του Άργους και του Ναυπλίου, είχαν ισχυροποιήσει τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, και η επικείμενη κατάληψη των Πατρών, θα τον καθιστούσε πλέον αδιαμφησβήτητο αρχηγό. Έτσι η πτώση του κάστρου των Πατρών, αποτελούσε κίνδυνο για τους κυβερνητικούς, φοβούμενοι, ότι αν ο Γέρο Κολοκοτρώνης συνέτριβε τους αντιπάλους του με τα όπλα, ο γιός του ο Πάνος τους θα τους συνέτριβε με την παιδεία και την προσωπικότητά του και έτσι τους ήταν ο απόλυτος κίνδυνος για τα συμφέροντά τους και εμπόδιο στα σχέδια της κυβέρνησης.
Υπονόμευσαν λοιπόν τον γέρο στην Πάτρα μη στέλνοντάς του πολεμιστές, όπλα, τροφή, και ότι άλλο χρειαζόταν για μάχη, εξαναγκάζοντάς τον να λύσει την πολιορκία. Παρόλα αυτά, ο Κολοκοτρώνης έχει καταστεί ο κυρίαρχος ηγέτης της επαναστατημένης Ελλάδας, έχοντας την αποδοχή του λαού και των στρατιωτικών, ενώ με τον γάμο του Πάνου με την κόρη της Μπουμπουλίνας, έπαιρνε με το μέρος του αρκετούς νησιώτες, και με τον αρραβώνα του Κολλίνου με την μονάκριβη κόρη του Κανέλλου Δεληγιάννη είχε με το μέρος του και τους κοτσαμπάσηδες του Μοριά.
Οι καιροσκόποι όμως φιλοεξουσιαστές, προεστοί, κοτσαμπάσηδες, φαναριώτες και οι πολιτικοί εκπρόσωποι των μεγάλων δυνάμεων, έχοντας στοχοποιήσει τους στρατιωτικούς επιδίωκαν φανερά την εξόντωση του Κολοκοτρώνη.
Ο Πάνος Κολοκοτρώνης, ως φρούραρχος του Ναυπλίου πολιορκήθηκε από κυβερνητικές δυνάμεις και μετά από συμφωνία παρέδωσε την πόλη με αντάλλαγμα να αναλάβει νέα πολιορκία των Πατρών, την οποία δεν πρόλαβε να επιχειρήσει γιατί ανακλήθηκε στην Τριπολιτσά για να αντιμετωπίσει επιδρομή των κυβερνητικών.
Ενόσω οι κυβερνητικοί δεν μπορούν να τιθασεύσουν τους στρατιωτικούς, καταφεύγουν στον ύπουλο τρόπο της ψυχικής εξόντωσης του Κολοκοτρώνη, με θύμα τον Πάνο. Είμαστε στο περιβάλλον του δεύτερου εμφύλιου με έριδα τα χρήματα του δανείου, τα οποία εξαγοράζουν τα πάντα και τους πάντες.
Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ
Τη στυγερή προμελετημένη και προπαρασκευασμένη δολοφονία του Πάνου σ αυτόν τον τόπο, έχει αποδείξει σε μελέτη και διεξοδική έρευνα ο Γιώργος Πραχαλιάς, διδάκτορας γεωπολιτικής του ΕΚΠΑ και τακτικό μέλος της εταιρείας Πελοποννησιακών σπουδών. Πρόκειται λοιπόν για μια κακουργηματική πράξη, με ξεκάθαρο κίνητρο, που είναι καλά οργανωμένη, με όλα τα συστατικά ενός εγκλήματος εκ προθέσεως, δηλαδή, εξασφάλιση πληροφοριών από το περιβάλλον του θύματος, παρακολούθηση των κινήσεών του, επιλογή του κατάλληλου τόπου εκτέλεσης, του χρόνου και του μέσου που θα χρησιμοποιηθεί, εξαπάτηση για να οδηγηθεί το θύμα απομονωμένο στον συγκεκριμένο τόπο, αντιπερισπασμό και παραπλάνηση για να δημιουργηθεί λανθασμένη εκτίμηση της απειλής. Έτσι αφού έχει αποσπαστεί η προσοχή του θύματος και της μικρής συνοδείας του, ακολουθεί η τελική φάση του σχεδίου, ο μοιραίος πυροβολισμός. Όμως δεν τελειώνουν όλα με την εκτέλεση, ακολουθεί ο εξευτελισμός. Ανοίγουν καταιγιστικό πυρ για να εκδιώξουν τη λιγοστή συνοδεία και ανενόχλητοι του αφαιρούν όλα τα ρούχα και να τον αφήνουν ολόγυμνο ξαπλωμένο στη γη, που πολέμησε τους προαιώνιους εχθρούς, οραματιζόμενος μια Ελλάδα ελεύθερη και το τραγικότερο, πέφτοντας όχι από χέρι τούρκου, αλλά από εκτελεστές των κυβερνητικών, που ήταν και οι ηθικοί αυτουργοί αυτού του ανοσιουργήματος.
Το κίνητρο των ηθικών αυτουργών και των δραστών, είναι ξεκάθαρο ότι αφορούσε τον επαπειλούμενο γι αυτούς ρόλο των Κολοκοτρωναίων, στις μελλοντικές πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.
Οι κυβερνητικοί κύκλοι αισθανόμενοι τον κίνδυνο, είχαν κάθε λόγο να επιθυμούν την εξόντωση του νεαρού τότε 26/χρονου Πάνου Κολοκοτρώνη και σχεδίασαν να βρεθεί το θύμα σχεδόν χωρίς συνοδεία, στην εξοχή, μακριά από μάρτυρες μη προσκείμενους στο φιλοκυβερνητικό στρατόπεδο.
Σημαντικό ρόλο κατέχει το στοιχείο της ενέδρας, που από καλά κρυμμένη θέση εκδηλώνει την επίθεσή της, ενώ το γεγονός ότι σε διαφορετικές θέσεις είχαν τοποθετηθεί ένοπλοι, μας δείχνει ότι ο σχεδιασμός ήταν τέτοιος ώστε το θύμα να μην μπορεί να ξεφύγει.
Συμμετέχοντες στη δολοφονική παγίδα είναι ο Ιωάννης Ζατουνίτης γραμματέας του Σταϊκόπουλου, που υποτίθεται ότι έχει συλληφθεί σε συμπλοκή με τους κυβερνητικούς στη θέση Βουνό και μυστηριωδώς αφήνεται ελεύθερος προκειμένου να παίξει τον θεατρικό ρόλο του στο δράμα, άλλος είναι ο κυβερνητικός Βάσος Μαυροβουνιώτης υποτακτικοί του οποίου πυροβολούν από μακρινή απόσταση για να αποπροσανατολίσουν τον Πάνο και τέλος η κυρίως δολοφονική ομάδα της ενέδρας υπό τον Κώτζο Βούλγαρη, που έχει θητεύσει κοντά στο Γέρο Κολοκοτρώνη και ξέρει τα αντανακλαστικά του πολέμου και των συνηθειών των κλεφτών. Έμμεσο ρόλο ίσως και άθελά τους διαδραματίζουν και μερικοί καπεταναίοι του Πάνου, που για κάποιους λόγους δεν ήθελαν να πολεμήσουν εναντίον των κυβερνητικών, άλλωστε έχουμε ήδη πει ότι το χρήμα του δανείου εξαγόραζε τα πάντα. Σε όλα αυτά έχουμε και τη μυστηριώδη ώσμωση της παρουσίας; ή και συμμετοχής(;) του Μακρυγιάννη, ο οποίος στα απομνημονεύματά του ίσως και να ξεπλένει αμαρτήματα δικά του και των εντολέων του.
Έτσι η πρώτη βολή, που γίνεται από μακρινή απόσταση, δίνει στον Πάνο και τη μικρή ακολουθία του, την εσφαλμένη εκτίμηση ότι όντας έφιπποι μπορούν να αποφύγουν τον κίνδυνο, ενώ ο καίριος πυροβολισμός προέρχεται από πλησιέστερο και μη αναμενόμενο σημείο. Η συγκέντρωση της προσοχής στον πρώτο πυροβολισμό, εξασφάλιζε την πλήρη επιτυχία του εγχειρήματος στον δράστη της δολοφονίας, που ανενόχλητος στη συνέχεια θα πυροβολούσε με τις καλύτερες δυνατές συνθήκες βολής. Τα σημεία εισόδου και εξόδου του βλήματος στο κεφάλι του Πάνου είναι οι αδιάψευστοι μάρτυρες.
Το μένος και το μίσος που είχαν εναντίον του Πάνου τα μέλη της δολοφονικής ομάδας, τα αντιλαμβανόμαστε από τη συμπεριφορά τους προς το νεκρό σώμα του. Επειδή ο θάνατος ήταν ακαριαίος και από μια μόνο βολή, δεν έδωσε τη δυνατότητα στον καθένα τους να συμμετέχει ενεργά στην πράξη και η εγκληματική τους φύση δεν είχε κορεστεί.
Έτσι ακολούθησε η πλήρης απογύμνωση του νεκρού σώματος του Πάνου Κολοκοτρώνη, που πιστοποιεί τα βάρβαρα και εχθρικά τους αισθήματα. Η συστοιχία των δολοφόνων, δεν αρκείται στη διάπραξη του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, αλλά επιζητά τον πλήρη εξευτελισμό του νεκρού, σαν να ήθελε να τον δολοφονήσει και δεύτερη και τρίτη φορά, ενώ η εγκατάλειψη του νεκρού στην ύπαιθρο βορά άγριων ζώων, δείχνει την περιφρόνηση αυτού από τους δολοφόνους, ακόμη και μετά τον εξευτελισμό που έγινε με την απογύμνωσή του. Τίποτε δεν ήταν αρκετό να κορέσει το μένος των δολοφόνων του νεκρού Πάνου Κολοκοτρώνη.
Θέλω επίσης να επισημάνω, ότι ενώ στα προμελετημένα εγκλήματα ο δράστης επιδιώκει να κρύψει την ταυτότητά του για να αποφύγει τη σύλληψη και τις παρεπόμενες συνέπειες, στην περίπτωση του Πάνου, οι δράστες δεν επιδίωξαν να παραμείνει άγνωστη η ταυτότητά τους, αφού η εξόντωσή του εξυπηρετούσε πολλών και πολλά συμφέροντα.
Επίλογος
13 Νοεμβρίου 1824 και η Επανάσταση είχε ήδη συμπληρώσει τρία χρόνια. Η φωτιά που άναψαν οι πρώτοι αγωνιστές και απλώθηκε απ’ άκρη σ’ άκρη της ελληνικής γης, ερχόταν αντιμέτωπη με τη φωτιά της διχόνοιας. Οι Έλληνες, μετά τις πρώτες νίκες, δυστυχώς άρχισαν να στρέφουν τα όπλα τους όχι μόνο ενάντια στον Τούρκο, αλλά και μεταξύ τους και για ένα διάστημα μόνο μεταξύ τους. Είναι τότε, που ο βαλής και ο αγάς γέλαγαν ειρωνικά και περίμεναν να φαγωθούν μεταξύ τους οι ραγιάδες, για να επέμβουν δυναμικά και μια νέα περίοδος σκλαβιάς να άρχιζε.
Η νεότερη ιστορία μας είναι γεμάτη από σελίδες θριάμβου, όπου ένας μικρός λαός κατόρθωσε να σταθεί απέναντι σε ισχυρότερους αντιπάλους, να δημιουργήσει κράτος, να επιβιώσει και να προοδεύσει. Ωστόσο, το ίδιο συχνά η ιστορία μας στιγματίζεται από στιγμές όπου, αντί να κεφαλαιοποιήσουμε τις επιτυχίες μας, στραφήκαμε ο ένας εναντίον του άλλου. Σε καίριες καμπές, όταν η χώρα είχε τη δυνατότητα να εδραιώσει θεσμούς και να χαράξει πορεία ανάπτυξης, προτίμησε την εσωτερική σύγκρουση.
Η δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια το 1831, ήταν η πρώτη μεγάλη χαμένη ευκαιρία. Η προηγηθείσα ανατίναξη του ελληνικού στόλου στον Πόρο από τον Ανδρέα Μιαούλη, αποτελεί ίσως την πιο τραγική εικόνα της περιόδου, όπου οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της Επανάστασης κατέστρεφαν με τα ίδια τους τα χέρια το μέλλον της χώρας. Ακόμα πιο δραματικός υπήρξε βέβαια ο διχασμός που ξέσπασε με αφορμή τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η αντιπαράθεση βενιζελικών και βασιλικών μετεξελίχθηκε σε σχίσμα, που διέσπασε τον ελληνικό λαό σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα, και οδήγησε στο τραγικό τέλος της Μικρασιατικής εκστρατείας, με αποτέλεσμα τον αφανισμό πανάρχαιων κοινοτήτων του ελληνισμού και την προσφυγιά. Στη συνέχεια η δεκαετία του 1940 έδειξε για άλλη μια φορά πώς οι Έλληνες, ύστερα από μεγάλες στιγμές ενότητας, διολισθαίνουν στον διχασμό. Ο πόλεμος του 1940 και η Εθνική Αντίσταση, απέδειξαν το θάρρος και την αποφασιστικότητα του λαού. Ωστόσο, η απελευθέρωση δεν βρήκε τους Έλληνες ενωμένους, αντίθετα οδηγήθηκαν στην ένοπλη σύγκρουση του Εμφυλίου Πολέμου.
Tο ίδιο μοτίβο ξανά και ξανά, μια επανάληψη, που μετατρέπει κάθε μεγάλη ευκαιρία σε αφετηρία αλληλοεξόντωσης. Αν κάτι μας διδάσκει η ίδια μας η πορεία, είναι ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος δεν έρχεται από έξω, αλλά από μέσα.
Η ιδιοσυγκρασία μας δεν μας αφήνει να απολαύσουμε τους καρπούς των μεγάλων επιτυχιών και μια διχόνοια έρχεται να γκρεμίσει τις προσπάθειες και να σπιλώσει τους πρωταγωνιστές. Στον ύμνο στην ελευθερία ο εθνικός μας ποιητής παρουσιάζει την διχόνοια με ένα σκήπτρο στο χέρι, το οποίο προσφέρει σε όλους για να σπείρει το διχασμό απευθύνοντας έκκληση στους Έλληνες για ομόνοια και συναδέλφωση, προειδοποιώντας, ότι αν διχογνωμούν θα χάσουν την Ελευθερία τους.
Σήμερα, σχεδόν δύο αιώνες μετά, δεν μιλάμε για αυτά τα γεγονότα για να κατηγορήσουμε τους πρωταγωνιστές. Μιλάμε γιατί δεν πρέπει να ξεχάσουμε το τίμημα της διχόνοιας. Μιλάμε για να μάθουμε ότι η ελευθερία και η δημοκρατία, που κερδίζονται με αγώνες, χρειάζονται ενότητα, αλληλεγγύη και κοινό όραμα για να σταθεροποιούνται και αυτός είναι ο προβληματισμός προ του οποίου ήθελα να σας τοποθετήσω σήμερα, γιατί μόνο αν τολμήσουμε να δούμε κατάματα αυτήν την ιστορική μας παθογένεια, μπορούμε να ελπίσουμε ότι, θα πάψουμε κάποτε να πριονίζουμε το κλαδί πάνω στο οποίο καθόμαστε.





0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου