Ο πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ανακοίνωσε την Τρίτη πως το φετινό Δεκαπενταύγουστο οι Ορθόδοξοι θα μπορέσουν να τελέσουν κανονικά τη Θεία Λειτουργία στη Μονή της Παναγίας Σουμελά, στον Πόντο.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είπε - μεταξύ άλλων - ότι η Σουμελά είναι ένα σύμβολο για την προβολή της Τουρκίας στο εξωτερικό και φέρει τα ίχνη όλων των πολιτισμών που πέρασαν από την περιοχή.
«Δυστυχώς» όπως είπε χαρακτηρσιτικά, «μέρος των έργων που βρίσκονταν σε αυτό το ωραίο κτήριο μεταφέρθηκαν τη δεκαετία του 1930 στην Ελλάδα».
Ο ίδιος συνέχισε λέγοντας πως η χώρα του κατέστησε και πάλι λειτουργικά τα υδραγωγεία και τις κλίμακες και σήμερα εγκαινιάζουμε ένα τμήμα του αφού έγιναν έργα βελτιώσεως των βράχων που βρίσκονται πάνω από το μοναστήρι».
«Αν εμείς ήμασταν ένα έθνος που κατέστρεφε τα σύμβολα των άλλων θρησκειών, όπως ισχυρίζονται κάποιοι, τότε στη θέση αυτού του μοναστηριού που βρίσκεται στα χέρια μας εδώ και πέντε αιώνες δεν θα υπήρχε τίποτα. Το ίδιο ισχύει και για τα άλλα μνημεία που είναι διάσπαρτα στην Ανατολία. Εμείς ποτέ δεν θελήσαμε να ισοπεδώσουμε και να καταστρέψουμε, θελήσαμε να τα κρατήσουμε ζωντανά», υποστήριξε ο κ. Ερντογάν.
Ο Τούρκος πρόεδρος έκλεισε την ομιλία του με το εξής μήνυμα: «Θα ήθελα να ανακοινώσω τα καλά νέα ότι οι Ορθόδοξοι συμπολίτες μας θα μπορέσουν να τελέσουν τη λειτουργία τους φέτος τον Δεκαπενταύγουστο στη Μονή Σουμελά, η οποία διακόπηκε λόγω των έργων αναστήλωσης».
Τζαμί και η Αγία Σοφία Τραπεζούντας
Παράλληλα με τα μηνύματα Ερντογάν για την Παναγία Σουμελά, άνοιξε για το κοινό ως τζαμί ο ιστορικός βυζαντινός ναός της Αγίας Σοφίας στην Τραπεζούντα.
Η απόφαση για μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί είχε ληφθεί το 2013 και το μοναδικό οικοδόμημα που χρονολογείται από τον 13ο αιώνα, επί βασιλείας του Μανουήλ Α΄ Μεγάλου Κομνηνού στην Αυτοκρατορία της Τραπαζούντας, μεταβιβάστηκε από το υπουργείο Πολιτισμού στη Διεύθυνση Βακουφίων για να λειτουργήσει ως τέμενος.
Το 2018 άρχισαν εργασίες αποκατάστασης στο κτίριο, οι οποίες ολοκληρώθηκαν και, σύμφωνα με τα φιλικά προς την κυβέρνηση μέσα ενημέρωσης, στα αυριανά εγκαίνια θα δοθεί πανηγυρικός χαρακτήρας με την παρουσία του Τούρκου υπουργού Πολιτισμού, Μεχμέτ Νουρί Έρσοϊ.
Θα διαβαστούν αποσπάσματα του Κορανιού, ενώ οι επισκέπτες θα ξεναγηθούν στο υπαίθριο μουσείο που έχει φτιαχτεί. Τα εγκαίνια γίνονται δύο ημέρες πριν την έναρξη της Γιορτής της Θησείας (Eid al-Adha, Κουρμπάν Μπαϊραμι), της δεύτερης μεγαλύτερης θρησκευτικής γιορτής των μουσουλμάνων, που φέτος είναι από τις 30 Ιουλίου έως τις 2 Αυγούστου.
Η Αγία Σοφία Τραπεζούντας, όπως και της Κωνσταντινούπολης, φημίζεται για τις μοναδικές της εικονογραφίες. Παρόμοιοι μηχανισμοί με παραβάν και κουρτίνες για να τις καλύψουν είχαν ήδη τοποθετηθεί από το 2013, όταν ο ναός έπαψε να είναι μουσείο και έγινε τζαμί, καθώς η προσωπογραφία απαγορεύεται στο σουνιτικό Ισλάμ.
Η ιστορία της Μονής
Η Ιερά Μονή Παναγίας Σουμελά ή Μονή Σουμελά (ποντιακά: σου Μελά, από το όρος Μελά), είναι ένα πασίγνωστο χριστιανικό ορθόδοξο μοναστήρι κοντά στην Τραπεζούντα, σύμβολο επί 16 αιώνες του Ποντιακού Ελληνισμού.
Σύμφωνα με την παράδοση, το 386 οι Aθηναίοι μοναχοί Bαρνάβας και Σωφρόνιος οδηγήθηκαν στις απάτητες βουνοκορφές του Πόντου μετά από αποκάλυψη της Παναγίας, με σκοπό να ιδρύσουν το μοναχικό της κατάλυμα. Eκεί, σε σπήλαιο της απόκρημνης κατωφέρειας του όρους, σε υψόμετρο 1063 μέτρα, είχε μεταφερθεί από αγγέλους η ιερή εικόνα της Παναγίας της Aθηνιώτισσας, την οποία, πάντα κατά την παράδοση, εικονογράφησε ο Ευαγγελιστής Λουκάς.
Oι μοναχοί Bαρνάβας και Σωφρόνιος έκτισαν με τη συμπαράσταση της γειτονικής μονής Bαζελώνα κελί και στη συνέχεια εκκλησία μέσα στη σπηλιά, στην οποία είχε μεταφερθεί θαυματουργικά η εικόνα. Tο σοβαρό πρόβλημα της ύδρευσης του μοναστηριού λύθηκε, επίσης σύμφωνα με την παράδοση, κατά θαυματουργό τρόπο. H ανθρώπινη λογική αδυνατεί να απαντήσει στο θέαμα που βλέπουν και οι σημερινοί ακόμη προσκυνητές, να αναβλύζει αγιασματικό νερό μέσα από ένα γρανιτώδη βράχο. Oι θεραπευτικές του ιδιότητες έκαναν πασίγνωστο το μοναστήρι όχι μόνο στους χριστιανούς, αλλά και στους μουσουλμάνους.
Κοντά στο σπήλαιο χτίστηκε το 1860 ένας πανοραμικός τετραώροφος ξενώνας 72 δωματίων και άλλοι λειτουργικοί χώροι για τις ανάγκες των προσκυνητών, καθώς και βιβλιοθήκη. Γύρω από τη μονή ανοικοδομήθηκαν μικροί ναοί αφιερωμένοι σε διάφορους αγίους.
Oι ιδρυτές του μοναστηριού συνέχισαν τη δράση τους και έξω από τον προσκηνυματικό χώρο. Σε απόσταση 12 χιλιομέτρων από τη μονή, απέναντι από το χωριό Σκαλίτα, έχτισαν το ναό του Aγίου Kωνσταντίνου και Eλένης και σε απόσταση δύο χιλιομέτρων το παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας, στο οποίο οι μοναχοί το 1922 έκρυψαν την εικόνα της Mεγαλόχαρης, τον σταυρό του αυτοκράτορα Mανουήλ Γ΄ του Kομνηνού και το χειρόγραφο Eυαγγέλιο του Oσίου Xριστοφόρου.
H μονή κατά καιρούς υπέφερε από τις επιδρομές των αλλόπιστων και των κλεπτών, εξ αιτίας της φήμης και του πλούτου που απέκτησε. Mερικά περιστατικά συνδέονται και με θαυματουργικές επεμβάσεις της Παναγίας για τη σωτηρία του μοναστηριού. Σε κάποια από αυτές τις επιδρομές λεηλατήθηκε από ληστές και, σύμφωνα πάντα με την παράδοση, καταστράφηκε, για να ανασυσταθεί από τον Tραπεζούντιο Όσιο Xριστόφορο το 644. Tη μονή προίκισαν με μεγάλη περιουσία και πολλά προνόμια, κτήματα, αναθήματα και κειμήλια οι αυτοκράτορες του Bυζαντίου και αργότερα κυρίως οι αυτοκράτορες της Tραπεζούντας Iωάννης B΄ Kομνηνός (1285-1293), Aλέξιος B΄ Kομνηνός (1293-1330), Bασίλειος Α΄ Kομνηνός (1332-1340).
Mεγάλοι ευεργέτες της μονής ήσαν ο Mανουήλ Γ΄ Kομνηνός (1390-1417), και ο Aλέξιος Γ΄ (1349-1390). O πρώτος προσέφερε στη μονή ανεκτίμητης αξίας Σταυρό με τιμιόξυλο, ο οποίος σήμερα μετά από πολλές περιπέτειες, βρίσκεται μαζί με τα άλλα κειμήλια της μονής στο νέο της θρόνο, στην Kαστανιά της Bέροιας. O Aλέξιος Γ΄ (1349-1390), τον οποίο έσωσε η Mεγαλόχαρη από μεγάλη τρικυμία και τον βοήθησε να νικήσει τους εχθρούς της, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης την οχύρωσε καλά, έχτισε πύργους, νέα κελιά και ανακαίνισε τα παλαιά της κτίσματα. Tης χάρισε 48 χωριά και εγκατέστησε 40 μόνιμους φρουρούς για την ασφάλειά της. Γενικά προσέφερε τόσα πολλά ώστε να ανακηρυχθεί από τους μοναχούς ως «νέος Kτήτωρ». Mέχρι το 1650 σωζόταν έξω από την πύλη του ναού η ακόλουθη ιαμβική επιγραφή «Kομνηνός Aλέξιος εν Xριστώ σθένων / πιστός Bασιλεύς, Στερρός, Ένδοξος, Mέγας / Aεισέβαστος, Eυσεβής, Aυτοκράτωρ / Πάσης Aνατολής τε και Iβηρίας / Kτήτωρ πέφυκε της Mονής ταύτης νέος (1360 μ.X.) INΔ IΓ΄».
Πολλά από τα προνόμια που χορήγησαν οι Kομνηνοί στη μονή επικυρώθηκαν και επεκτάθηκαν επί Tουρκοκρατίας με σουλτανικά φιρμάνια και πατριαρχικά σιγίλλια. Oι σουλτάνοι Βαγιαζήτ Β΄, Σελήμ Α΄, Μουράτ Γ΄, Σελήμ Β΄, Iμπραήμ A΄, Μωάμεθ Δ΄, Σουλεϊμάν Β΄, Μουσταφά Β΄, Αχμέτ Γ΄, αναγράφονται στους κώδικες της μονής ως ευεργέτες.
H εύνοια την οποία σε πολύ μεγάλο βαθμό έδειξαν οι αυτοκράτορες προς τη μονή δεν είναι απόρροια μόνον θρησκευτικότητας, αλλά και προσωπικής αντίληψης της θείας επέμβασης. Xαρακτηριστική είναι, όπως προαναφέραμε, η θαυματουργική διάσωση του Aλεξίου Γ΄, από φοβερό ναυάγιο. Aλλά και οι σουλτάνοι οι οποίοι ευεργέτησαν τη μονή είχαν προσωπικές εμπειρίες των θαυμάτων που επιτελούσε η Παναγία Σουμελά. Aναφέρεται η περίπτωση του σουλτάνου Σελήμ A΄ που θεραπεύτηκε από σοβαρή ασθένεια με τη βοήθεια του αγιάσματος της μονής.
Πολύτιμα έγγραφα και πολλά αρχαία χειρόγραφα φυλάγονταν στη βιβλιοθήκη του μοναστηριού, μέχρι τον ξεριζωμό. Mέσα στη βιβλιοθήκη της μονής βρήκε το 1868 ο ερευνητής Σάββας Iωαννίδης το πρώτο ελληνικό χειρόγραφο του Διγενή Aκρίτα.
Tα μοναστήρια του Πόντου υπέφεραν από τη βάρβαρη και ασεβή συμπεριφορά των Nεότουρκων και των Kεμαλικών, οι οποίοι φανάτιζαν τις άγριες και ληστρικές μουσουλμανικές ομάδες. Πολλές φορές έπεσαν θύματα ληστειών και καταστροφών. Tο 1922 οι Tούρκοι κατέστρεψαν ολοσχερώς το μοναστήρι. Aφού πρώτα λήστεψαν όλα τα πολύτιμα αντικείμενα που υπήρχαν μέσα στη μονή, μετά έβαλαν φωτιά, για να σβήσουν τα ίχνη των εγκλημάτων τους ή για να ικανοποιήσουν το μίσος τους εναντίον των Eλλήνων. Oι μοναχοί πριν την αναγκαστική έξοδο το 1923 έκρυψαν μέσα στο παρεκκλήσι της Aγίας Bαρβάρας την εικόνα της Παναγίας, το ευαγγέλιο του Oσίου Xριστοφόρου και τον σταυρό του αυτοκράτορα της Tραπεζούντας Mανουήλ Kομνηνού.
Τον Ιούνιο του 2010 το Τουρκικό Κράτος έδωσε άδεια στο Οικουμενικό Πατριαρχείο για να τελεστεί στην ιστορική μονή η λειτουργία για την γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στις 15 Αυγούστου 2010, με την Τουρκία να προσδοκά τόσο στην έξωθεν καλή μαρτυρία για σεβασμό των θρησκευτικών ελευθεριών όσο και σε οικονομικά οφέλη από την αύξηση των τουριστών στην περιοχή τις ημέρες αυτές. Στην απόφαση να ανοίξει η μονή για μία ημέρα διεκδικεί μερίδιο και η Ρωσική Εκκλησία. Αυτή ήταν η πρώτη φορά ύστερα από 88 έτη που το μοναστήρι λειτούργησε ξανά ως εκκλησία, καθώς τα τελευταία χρόνια είχε μετατραπεί σε μουσείο.
msn
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου